Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας ωραίος και καλόκαρδος νεαρός που ονομαζόταν Λιού Χάι και που κατοικούσε σε ένα χωριό με την τυφλή μητέρα του.
Ο Λιού Χάι ήταν εργατικός ξυλοκόπος και μια μέρα, όταν κατέβηκε από το βουνό και πέρασε μια γέφυρα έξω από το χωριό του, συνάντησε έναν τρίποδο φρύνο με χρυσή ράχη και λευκή κοιλιά που τον είδε αλλά δεν έφυγε μακριά. Φαινόταν σπάνιος και παράξενος και ο Λιού Χάι έπαιξε λίγο με τον φρύνο. Μετά από αυτή την μέρα, κάθε φορά όταν ο Λιού Χάι γύριζε πίσω στο σπίτι με τα ξύλα, έβλεπε τον τρίποδο φρύνο κοντά στην γέφυρα που ήταν σαν να τον περιμένει. Έτσι, κάθε φορά έπαιζε για λίγο με τον φρύνο.
Μεγάλωσε σιγά σιγά ο Λιού Χάι και ήτανε σε ηλικία για γάμο αλλά δεν είχε ερωτευτεί με καμία κοπέλα. Μια φορά ενώ κατέβαινε από το βουνό, μια νεαρή κοπέλα τον εμπόδισε στον δρόμο. Συστήθηκε με το όνομα Μέιγκου. Του είπε ότι από μικρή ηλικία έβλεπε τον Λιού Χάι να κόβει ξύλα στα βουνά και της άρεσε πολύ που ήτανε εργατικός και καλόκαρδος. Η κοπέλα είπε ότι θα ήθελε να κατέβει από το βουνό μαζί του και να τον παντρευτεί.
Αρχικά ο Λιού Χάι δεν συμφώνησε αλλά η κοπέλα από τότε τον περίμενε κάθε φορά που ανέβαινε στα βουνά για ξύλα. Σταδιακά γνωρίστηκαν καλύτερα. Και μια φορά που η Μέιγκου ξανά πρότεινε τον γάμο, ο Λιού Χάι δεν αρνήθηκε αμέσως αλλά απάντησε ότι θα το συζητήσει με την μητέρα του.
Η μητέρα του Λιού Χάι δεν τους εμπόδισε και οι δυο τους παντρεύτηκαν. Η ζωή του Λιού Χάι μετά τον γάμο βελτιώθηκε ολοφάνερα. Στην συνέχεια η μητέρα του Λιού Χάι πέθανε αλλά οι δύο νιόπαντροι συνέχισαν να ζουν μια φτωχή αλλά χαρούμενη ζωή.
Μια φορά στον δρόμο του σκέφτηκε να μοιραστεί την χαρά του με τον τρίποδο φρύνο αλλά ο τρίποδος φρύνος δεν ήτανε εκεί όπου συνήθως ήτανε. Αναρωτήθηκε τότε τι να έγινε. Την στιγμή εκείνη ένας κουτσός ταοϊστής τον πλησίασε από μακριά και του είπε, «Λιού Χάι, έμαθα ότι παντρεύτηκες μια καλή σύζυγο. Αλλά δεν είναι μια καλή γυναίκα, είναι μια αλεπού μεταμορφωμένη σε γυναίκα!»
Ο Λιού Χάι δεν τον πίστεψε και είπε, «ανοησίες λες. Πώς μπορεί η γυναίκα μου να είναι μια αλεπού;»
Ο κουτσός ταοϊστής συνέχισε, «δεν με πιστεύεις τώρα αλλά θα με πιστέψεις. Να γυρίσεις στο σπίτι, και να προσποιηθείς ότι πονάει η κοιλιά σου πάρα πολύ. Η σύζυγός σου θα σου δώσει ένα λαμπρό μαργαριτάρι. Θα δεις με τα δικά σου μάτια τι είναι η σύζυγός σου όταν καταπιείς το μαργαριτάρι.» Όταν τελείωσε, ο κουτσός ταοϊστής εξαφανίστηκε.
Ο Λιού Χάι γύρισε σπίτι με αμφιβολίες. Προσποιήθηκε ότι πονούσε πολύ η κοιλιά του. Η Μέιγκου τον φρόντισε και ζήτησε γιατρό. Αλλά τίποτα δεν τον ανακούφιζε από τον πόνο. Έτσι από το στόμα της έβγαλε ένα λαμπρό μαργαριτάρι και έδωσε στον Λιού Χάι να το κρατήσει στο στόμα του. Μόλις είδε το μαργαριτάρι, ο Λιού Χάι ήθελε να το καταπιεί. Η Μέιγκου κατάλαβε ότι συμβαίνει κάτι περίεργο, και τον σταμάτησε ρωτώντας τον τι συνέβη. Ο Λιού Χάι τότε της είπε τα πάντα με το τρίποδο φρύνο και τον κουτσό ταοϊστή.
Η Μέιγκου γέλασε και είπε, «ο κουτσός ταοϊστής είναι μεταμορφωμένος ο τρίποδος φρύνος. θα σου πω την αλήθεια, είμαι πραγματικά μια αλεπού. Και ο χρυσός τρίποδος φρύνος ήτανε 'γείτονάς' μου για 500 χρόνια στα βουνά όπου κάναμε πνευματική καλλιέργεια. Το μαργαριτάρι αυτό, είναι η 'εσωτερική ουσία' μου. Ο φρύνος θέλει να το κλέψει εδώ και πολλά χρόνια.»
Είναι αξιοσημείωτο ότι σύμφωνα με τους μύθους, τα ζώα, μέσω της πνευματικής καλλιέργειας εκατοντάδων ή ακόμα και χιλιάδων ετών μπορούν να μεταμορφωθούν, και έχουν στην κοιλιά τους ένα μαργαριτάρι που αποτελεί την ζωή τους. Όταν αυτά τα «εσωτερικά μαργαριτάρια» χάνονται ή παίρνονται από άλλους, τα ζώα που τα είχανε χάνουν όλες τους τις δυνάμεις, γίνονται ξανά κανονικά και μετά πεθαίνουν σύντομα. Ένα τέτοιο «μαργαριτάρι» βοηθάει τους θνητούς στην μακροζωία και αποτελεί μια θεραπεία για τις ασθένειες. Αν το πάρει ένα άλλο ζώο, θα βοηθήσει πολύ την διαδικασία της πνευματικής καλλιέργειάς του.
Συνεχίζοντας η Μέιγκου είπε, «το 'μαργαριτάρι' μου θα βοηθούσε σημαντικά εκείνο τον φρύνο να γίνει αθάνατος. Γι'αυτό σου είπε όλα τα λόγια.» Στην συνέχεια, η Μέιγκου τον δίδαξε πώς να κοροϊδέψει τον τρίποδο φρύνο.
Έτσι ο Λιού Χάι βγήκε έξω να βρει τον φρύνο. Με το μαργαριτάρι της Μέιγκου να κρέμεται ως δόλωμα, ο Λιού Χάι άρχισε να πειράζει τον φρύνο κάνοντάς τον να κάνει 18 στροφές προς τα αριστερά και 18 στροφές προς τα δεξιά. Τότε ο φρύνος έχασε την αυτοσυγκράτησή του και έβγαλε από το στόμα του το δικό του μαργαριτάρι.
Ο Λιού Χάι κατάπιε αμέσως το μαργαριτάρι του χρυσού τρίποδου φρύνου, και έγινε ο ίδιος αθάνατος και επίσης κύριος του φρύνου. Του ζήτησε να βγάζει από το στόμα του χρυσάφι και μοίρασε αυτό το χρυσό στους φτωχούς. Έτσι ο Λιού Χάι μαζί με τον τρίποδο χρυσό φρύνο θεωρείται ως ένας θεός του πλούτου.