Του Γιώργου Ν. Τζογόπουλου
Το 2024 είναι μια χρονιά που εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από διεθνείς εντάσεις στο οικονομικό πεδίο. Η συνεχιζόμενη επιβολή περιορισμών επηρεάζει το παγκόσμιο εμπόριο, κυρίως τις σχέσεις της Δύσης με την Κίνα. Σύμφωνα με την τελευταία ανάλυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, για παράδειγμα, η Κίνα εξάγει πλέον περισσότερο προς αναπτυσσόμενες παρά προς αναπτυγμένες χώρες συγκριτικά με πέντε χρόνια πριν. Παράλληλα, παρά τη σχετική σταθεροποίηση που παρατηρείται στις σινοαμερικανικές σχέσεις σε σχέση με την περίοδο πριν από τη συνάντηση των προέδρων Σι Τζινπίνγκ και Τζο Μπάιντεν το Νοέμβριο του 2023 στην Καλιφόρνια, η διεθνής αταξία συνεχίζεται. Κάθε άλλο παρά υπάρχει αισιοδοξία για τερματισμό των συγκρούσεων στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή.
Κατά τη διάρκεια του 2024, η κινεζική οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμούς λίγο χαμηλότερους από 5%. Συγκεκριμένα, το πρώτο τρίμηνο η ανάπτυξη ήταν 5,3%, στο δεύτερο 4,7% και στο τρίτο 4,6%. Η επίδοση του τελευταίου τριμήνου είναι ελαφρώς καλύτερη του αναμενομένου. Οι οικονομολόγοι του πρακτορείου Reuters, για παράδειγμα, προέβλεπαν ανάπτυξη 4,5% για το τρίτο τρίμηνο. Σε γενικές γραμμές, η κινεζική κυβέρνηση θεωρεί πως η ανάπτυξη για όλη τη διάρκεια του 2024 θα βρίσκεται κοντά στο 5%. Η πρόβλεψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι 4,8%.
Ιδιαίτερη σημασία για τη μελλοντική κατεύθυνση της κινεζικής οικονομίας έχουν τα μέτρα που έχουν ανακοινωθεί και υλοποιούνται τις τελευταίες βδομάδες. Αυτά αφορούν τρόπους τόνωσης της εγχώριας ανάπτυξης. Mεταξύ άλλων, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας ανακοίνωσε πως θα μειώσει το ετήσιο επιτόκιο για τα στεγαστικά δάνεια σε 3,1% (από 3,35%) και το πενταετές σε 3,6% (από 3,85%). Θα διευκολύνει, επίσης, άλλες τράπεζες να δανείζουν ή να επενδύουν έχοντας αποφασίσει να μειώσει το όριο του αποθεματικού που πρέπει υποχρεωτικά να διατηρούν. Παράλληλα, αναμένεται διευρυμένη έκδοση κινεζικών ομολόγων με στόχο τη στήριξη των τοπικών κυβερνήσεων και την αύξηση των δαπανών. Ακόμα, καθώς η ενίσχυση της κατανάλωσης αποτελεί πρωταρχικό στόχο, ήδη δίνονται περισσότερα κίνητρα σε Κινέζους πολίτες, ιδίως χαμηλής εισοδηματικής κατηγορίας, να μπορούν να αγοράζουν περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες.
Η προσπάθεια τόνωσης της κινεζικής οικονομίας βρίσκεται σε εξέλιξη και αναμένεται να ενισχυθεί το επόμενο διάστημα. Ήδη, ωστόσο, ορισμένα θετικά αποτελέσματα μπορούν να αναφερθούν. To Σεπτέμβριο, το εμπόριο λιανικής και η βιομηχανική παραγωγή παρουσίασαν βελτίωση. Το πρώτο κατέγραψε άνοδο κατά 3,2%, και η δεύτερη κατά 5,4%. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τα κινεζικά στατιστικά στοιχεία, ο δείκτης υπευθύνων προμηθειών (PMI) στον τομέα της μεταποίησης αυξήθηκε από 49,8 το Σεπτέμβριο σε 51,1 τον Οκτώβριο. Επίσης, ο ίδιος δείκτης στον τομέα των κατασκευών και των υπηρεσιών παρουσίασε αύξηση από 50 το Σεπτέμβριο σε 50.2 τον Οκτώβριο.
Οι προκλήσεις για το μέλλον παραμένουν μεγάλες. Εκτός από τη διαχείριση της στεγαστικής κρίσης, το πρόβλημα της ανεργίας δημιουργεί ανησυχία. Το ποσοστό της ανεργίας για τους νέους 16-24 ετών μειώθηκε σε 17,6% το Σεπτέμβριο από 18,8% τον Αύγουστο, αλλά παραμένει υψηλό. Η Κίνα, όπως και οι Ηνωμένες Πολιτείες, αναζητούν λύσεις ώστε η τεχνολογική πρόοδος να μην οδηγήσει σε μακροπρόθεσμη απώλεια πολλών θέσεων εργασίας. Η προσπάθεια αυτή συνοδεύεται από κραδασμούς. Παρόλα αυτά, τα σημάδια ανάκαμψης είναι υπαρκτά. Διεθνείς επενδυτικοί οίκοι και τράπεζες προσαρμόζουν τις εκτιμήσεις τους στα καινούρια δεδομένα. H UBS αναθεώρησε την πρόβλεψή της για την κινεζική οικονομία από 4,6% σε 4,8% πριν από λίγες μέρες. Και η Goldman Sachs από 4,7% σε 4,9%.