Η γιορτή προέρχεται από την εποχή που ο Βουδισμός πρωτοεισήλθε στην Κίνα κατά τη διάρκεια του αυτοκράτορα Μινγκ Ντι (Mingdi) της Δυναστείας των Χαν της Ανατολής. Ωστόσο, τότε δεν ήταν ακόμη διαδεδομένη στον κινεζικό λαό. Μια μέρα, ο αυτοκράτορας Μινγκ Ντι είδε στο όνειρό του έναν χρυσό άνθρωπο μέσα στο παλάτι του. Τη στιγμή που ετοιμαζόταν να ρωτήσει τον μυστηριώδη αυτόν άνθρωπο ποιος είναι, εκείνος ανυψώθηκε στους ουρανούς και εξαφανίστηκε προς τη δύση. Την επόμενη μέρα, ο αυτοκράτορας Μινγκ Ντι έστειλε έναν πολυμαθή στην Ινδία για προσκύνημα και για να εντοπίσει βουδιστικές γραφές. Αφού ταξίδεψε για χιλιάδες μίλια, ο πολυμαθής στο τέλος επέστρεψε με τις γραφές. Ο αυτοκράτορας Μινγκ Ντι διέταξε την κατασκευή ενός ναού για να στεγάσει ένα άγαλμα του Βούδα και να τοποθετήσει εκεί τις γραφές. Οι πιστοί πίστευαν ότι η δύναμη του Βούδα μπορούσε να διώξει το σκοτάδι.
Για το λόγο αυτό, ο αυτοκράτορας Μινγκ Ντι διέταξε τους υπηκόους του να ανάψουν φαναράκια κατά τη διάρκεια μιας περιόδου που αργότερα επισημοποιήθηκε ως Γιορτή των Φαναριών. Σήμερα, η έκθεση των φαναριών παραμένει σημαντικό γεγονός, καθώς οι άνθρωποι απολαμβάνουν τα αναμμένα και λαμπερά φαναράκια τη νύχτα. Η πόλη Τσενγκ Ντου (Chengdu) στην επαρχία Σετσουάν, για παράδειγμα, κάθε χρόνο διοργανώνει μια πανήγυρη φαναριών στο Πολιτιστικό Πάρκο. Κατά τη διάρκεια της Γιορτής των Φαναριών, το πάρκο μετατρέπεται πραγματικά σε ωκεανό φαναριών!
Οι αναρίθμητοι επισκέπτες προσελκύονται από πολλά καινούρια σχέδια. Το πιο εντυπωσιακό φαναράκι είναι ο «Πάσσαλος του Δράκου»: πρόκειται για ένα φανάρι σε σχήμα χρυσού δράκου, που αναρριχάται ελικοειδώς σε έναν πάσσαλο ύψους 27 μέτρων, και βγάζει πυροτεχνήματα από το στόμα του, προσφέροντας ένα άκρως εντυπωσιακό θέμα. Αυτήν την εορταστική βραδιά πολλές πόλεις διεξάγουν πανηγύρεις φαναριών για να επιδείξουν εξωτικά, περίεργα σχηματισμένα, πολύχρωμα φαναράκια.
Πέρα από τη διασκέδαση και την απόλαυση των όμορφων φαναριών, είναι επίσης σημαντικό να δοκιμάσει κανείς γιουάν σιάο (yuanxiao). Τα γιουάν σιάο, ή αλλιώς τανγκ γιουάν (tangyuan), είναι στρογγυλές μπάλες από κολλώδες ρύζι, γεμιστά με ζάχαρη, τα οποία συμβολίζουν την επανένωση. Το πιάτο αυτό πήρε το όνομά του από το κινέζικο όνομα της γιορτής (yuanxiaojie). Λέγεται ότι το έθιμο κατανάλωσης γιουάν σιάο προέρχεται από την εποχή της Δυναστείας των Τζιν (Jin) της Ανατολής τον 4ο αιώνα, και αργότερα εξαπλώθηκε κατά την περίοδο των Δυναστειών Τανγκ και Σονγκ.