Το πρωτόκκολο του Κιότο προσδιορίζει ότι μέχρι το 2010 η ποσότητα εκπομπών των 6 ειδών αερίων θερμοκηπίου, μεταξύ άλλων και το διοξείδιο του άνθρακα, πρέπει να μειωθούν κατά 5.2% σε σύγκριση με τις ανάλογες εκπομπές του 1990. Αναλυτικά, ο στόχος μείωσης κάθε χώρας από το 2008 μέχρι το 2012 είναι ως εξής:
Σε σύγκριση με το 1990, το ποσοστό της μειώσης για την ΕΕ είναι 8%, για τις ΗΠΑ είναι 7%, για την Ιαπωνία και τον Καναδά είναι 6%, ενώ για τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης ανέρχεται στο 5%-8%. Η Νέα Ζηλανδία, η Ρωσία και η Ουκρανία αναμένεται να σταθεροποιήσουν τις εκπομπές τους στα επίπεδα του 1990. Αντίστοιχα, το πρωτόκολλο επιτρέπει στην Ιρλανδια να αυξήσει τις εκπομπές της κατά 10%, στην Αυστραλία κατά 8% και στην Νορβηγία κατά 1% .
Το πρωτόκολλο του Κιότο θεωρείται νομικά δεσμευτική διεθνής σύμβαση, καθώς τουλάχιστον 55 χώρες, των οποιών η συνολική ποσότητα εκμποπών αντιπροσωπεύει πάνω από 55% των παγκοσμίων εκμποπών, το επικύρωσαν. Η Κίνα το υπέγραψε τον Μάιο του 1998 και το ενέκρινε τον Αύγουστο του 2002. Η ΕΕ και τα μέλη της ενέκριναν επίσημα το «πρωτόκολλο του Κιότο» στις 31 Μαίου του 2002. Στις 16 Φεβρουάριου του 2005, το πρωτόκολλο του Κιότο τέθηκε επίσημα σε ισχύ. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας όπου δημιουργήθηκαν νόμοι και κανονισμοί με στόχο τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Τον Φεβρουάριο του 2009, συνολικά 183 χώρες είχαν ήδη υιοθετήσει τη Συνθήκη (με σύνολλο άνω του 61% των παγκόσμιων εκπομπών) παρά το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ποτέ δεν επικύρωσαν τη Συνθήκη.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες υπέγραψαν το «πρωτόκολλο του Κιότο» το 1998. Αλλά, το Μάρτιο 2001, η κυβέρνηση Μπους ανακοίνωσε την άρνησή της να επικυρώσει το πρωτόκολλο του Κιότο, με την δικαιολογία ότι η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα επηρέαζε την οικονομία των ΗΠΑ αρνητικά και ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες θα έπρεπε να αναλάβουν ανάλογες υποχρεώσεις.