Ένας άλλος λόγος που οι Θιβετιανοί δεν πλένονται συχνά είναι η έλλειψη ελεύθερου χρόνου. Οι εργασίες δεν τελειώνουν ποτέ. Η μητέρα τους σηκώνεται πρώτη κάθε μέρα και στη συνέχεια ξυπνάει την Πέμα για να αρχίσουν το άρμεγμα της αγελάδας. Η Πέμα βοηθάει τη μητέρα της αλλά η ίδια δεν κατέχει τις γνώσεις για να το κάνει μόνη της. Η μητέρα της, από τα 15 ετών, άρχισε να αρμέγει τις αγελάδες. Τα χέρια της έχουν πια παραμορφωθεί. Δε θέλει η κόρη της να έχει την ίδια ζωή. Ο πατέρας της, που θρέφει βόδια και συλλέγει βότανα, συμφωνεί με τη μητέρα της. Τα παιδιά τους πρέπει να μάθουν νέα πράγματα. Μα τι ακριβώς; Ο πατέρας δεν είναι σίγουρος, «να ανοίξουν εστιατόριο; Ή να ασχοληθούν με το εμπόριο των φαρμάκων;»