Ευαγγελία Παπαζή
Την δεύτερη ημέρα του ταξιδιού μας στο Λουογιάνγκ επισκεφτήκαμε ένα από τα πιο σημαντικά Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς στον κόσμο, τα σπήλαια Λονγκμέν που σημαίνει η Πύλη του Δράκου. Μόλις 12 χιλιόμετρα μακρυά από το κέντρο του Λουογιάνγκ και κατά μήκος των δύο πλευρών του ποταμού Γι, υπάρχουν σπήλαια και κόγχες, που κοσμούνται με την μεγαλύτερη και πιο εντυπωσιακή συλλογή κινεζικής βουδιστικής τέχνης, τα οποία δημιουργήθηκαν από το τέλος της Δυναστείας των Βόρειων Γουέι (386 μ.Χ - 534 μ.Χ) και κατά την διάρκεια της Δυναστείας Τανγκ (618 μ.Χ-907 μ.Χ).
Μαζί με τα σπήλαια του Ντατόνγκ της επαρχίας Σανσί και του Ντουνχουάνγκ της επαρχίας Γκανσού, τα σπήλαια του Λονγκμέν αποτελούν ύψιστα δείγματα θρησκευτικής λιθοτεχνίας στην Κίνα. Συγκεκριμένα στις όχθες του ποταμού Γι, τα σπήλαια και οι κόγχες είναι παραπάνω από 2.300 και έχουν λαξευθεί πάνω σε ασβεστολιθικούς βράχους. Περιέχουν περίπου 110.000 λίθινα αγάλματα του Βούδα, 60 στούπες και 2.800 επιγραφές χαραγμένες πάνω σε στήλες.
Παρότι μεγάλο μέρος των ευρημάτων δημιουργήθηκε από τους τεχνίτες της ίδιας δυναστείας (των Βόρειων Γουέι) που δημιούργησε και τα αντίστοιχα στο Ντατόνγκ, η ξεναγός μας εξήγησε ότι η διαφορά του πετρώματος στις δύο περιοχές προκάλεσε τη διαφοροποίηση των δύο αρχαιολογικών τοποθεσιών. Έτσι, εκείνη του Ντατόνγκ έχει περισσότερα ανάγλυφα μεγαλύτερου μεγέθους ενώ αυτή του Λονγκμέν έχει να επιδείξει πολύ περισσότερες ανάγλυφες λεπτομέρειες και την δυνατότητα να φτιαχτούν αμέτρητα αγαλματίδια σε μικρογραφία.
Η επίσκεψη στην περιοχή, μας έδωσε και την ευκαιρία ως επισκέπτες να μάθουμε περισσότερα για την ιστορική περίοδο στην οποία δημιουργήθηκε αυτό το αξιοθέατο. Η εποχή των Βόρειων Γουέι θεωρείται ως περίοδος πολιτικής αναταραχής και έντονων κοινωνικών και πολιτιστικών αλλαγών. Κατά την διάρκειά της έγινε η ενοποίηση της βόρειας Κίνας (439 μ.Χ) και εισήχθησαν πολλές ξένες ιδέες όπως και ο Βουδισμός. Κατά την περίοδο Ταϊχέ έγιναν σημαντικές μεταρρυθμίσεις που οδήγησαν το 494 μ.Χ στην μετακίνηση της πρωτεύουσας από το Ντατόνγκ στο Λουογιάνγκ, μεταφέροντας έτσι και την τέχνη της λιθοτεχνίας στις όχθες του ποταμού Γι.
Το συγκεκριμένο μνημείο είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τους λάτρεις της κινεζικής τέχνης. Εδώ μπορούμε να βρούμε δύο είδη γλυπτικής - το παλαιότερο στυλ της κεντρικής Κίνας καθώς και το νεότερο στυλ των μεγάλων Τανγκ - που επηρέασαν την χώρα αλλά και τον κόσμο όλο, καθώς αυτά τα στυλ έφεραν ανάπτυξη στην τέχνη της γλυπτικής και σε άλλες ασιατικές χώρες. Επίσης ακόμα και ένας απλός παρατηρητής μπορεί να δει ξεκάθαρα τις διαφορές στην γλυπτική απεικόνιση του Βούδα μεταξύ των δύο Δυναστειών.
Τα έργα στα σπήλαια Λονγκμέν ξεκίνησαν το 493 κατά τη διάρκεια της δυναστείας των βορείων Γουέι υπό τον αυτοκράτορα Σιαογουέν που μετέφερε την πρωτεύουσα στο Λουογιάνγκ. Οι εργασίες που συνεχίστηκαν για 4 αιώνες, αρχικά πολύ εντατικές με την λάξευση πολλών σπηλαίων και κόγχεων αλλά έπειτα οι εργασίες μειώθηκαν λόγω της εμφύλιας σύρραξης μεταξύ των διαφόρων περιοχών της Κίνας, που συνεχίστηκε καθ'όλη τη δυναστεία Σουέι (581-618) καθώς και το πρώτο μέρος της Δυναστείας των Τανγκ (618-907). Ο κινεζικός βουδισμός όμως ξανάρχισε να ξανανθίζει κατά την διάρκεια της δυναστείας Τανγκ και τότε η τέχνη στο Λονγκμέν έφτασε στο αποκορύφωμά της, ειδικά κατά την διάρκεια της βασιλείας του αυτοκράτορα Γκαοζάνγκ και της αυτοκράτειρας Γουζετιάν, οι οποίοι έμεναν μόνιμα στο Λουογιάνγκ.
Τα γιγαντιαία αγάλματα της κόγχης Φενγκσιανσί είναι το πλέον αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτής της φάσης. Αρχικά ονομάστηκε «Κόγχη του Μεγάλου Βούδα Λοζάνα» ο οποίος λατρεύεται από τους πιστούς της Σχολής Χουαγιάν του Βουδισμού και ονομάζεται επίσης Βαϊροκάνα που σημαίνει λαμπρό φως. Συνολικά αυτή η κόγχη περιλαμβάνει 9 αγάλματα, μεταξύ των οποίων κεντρική θέση έχει ο Βούδας με δίπλα του δύο μαθητές, δύο μποντισάτβα, δύο ουράνιους βασιλιάδες και δύο πολεμιστές. Το ύψος του Βούδα είναι 17,14 μ, με το κεφάλι του να είναι 4 μέτρα και το αυτί 1,90 μ μήκος. Είναι ένα εντυπωσιακό έργο μεγάλης κλίμακας με αγάλματα και τοποθεσία που το κάνουν να είναι το πιο αντιπροσωπευτικό γλυπτό έργο των σπηλαίων Λονγκμέν μια και φαίνεται και από τις δύο πλευρές του ποταμού.
Πέρα από την μεγαλοπρέπεια των αγαλμάτων, προσωπικά ιδιαίτερο ενδιαφέρον μου προκάλεσε το σπήλαιο Γιαοφάνγκ-ντονγκ ή αλλιώς το σπήλαιο των ιατρικών συνταγών, που έχει να επιδείξει περίπου 150 θεραπείες για καθημερινά προβλήματα υγείας, σωματικής και ψυχικής, θυμίζοντάς μου το Ασκληπιείο της Επιδαύρου όπου οι αρχαίοι Έλληνες επισκέπτονταν για να βρουν την υγεία τους. Οι φαρμακευτικές συνταγές που περιέχουν φυτά, ζωικά προϊόντα και ορυκτά στοιχεία είναι σκαλισμένες στις πλευρές της εισόδου έτσι ώστε ακόμα και οι απλοί πολίτες να είναι σε θέση να ενημερωθούν με αυτές και να τις φτιάξουν μια και τα συστατικά βρίσκονταν εύκολα στη φύση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των τοπικών αρμόδιων υπηρεσιών προστασίας πολιτιστικής κληρονομιάς καθώς και της ΟΥΝΕΣΚΟ που περιέλαβε τα σπήλαια Λονγκμέν στον κατάλογό της από το 2000, έχουν γίνει μεγάλες προσπάθειες για να διατηρηθεί η ιστορική εμφάνιση των σπηλαίων. Εκτός από τον χρόνο, τον καιρό και τις διάφορες πολιτικές συνθήκες της κάθε εποχής, τα σπήλαια Λονγκμέν υπέστησαν ζημιές κατά το παρελθόν και από τους ταξιδιώτες, μεταξύ των οποίων και πολλών ξένων, οι οποίοι πήραν μαζί τους ως σουβενίρ διάφορες κεφαλές αγαλμάτων και άλλα γλυπτά. Σήμερα το μνημείο προστατεύεται από όλες τις απόψεις, με παρακολούθηση του περιβάλλοντος, μηχανισμούς ανάλυσης φθοράς των σπηλαίων, μεγάλη προσοχή στην προσβασιμότητα του χώρου από τους τουρίστες, καθώς και συνολική προστασία της γύρω περιοχής με αποτέλεσμα αυτή η πολιτιστική κληρονομιά να διατηρείται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.