Όταν η Θεά Νου Γουά, που δημιούργησε το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα, άκουσε τα παρακάλια του ανθρώπου, σκότωσε τα δαιμονικά θηρία και τα φαντάσματα και έδιωξε τα νερά από τις πλημμύρες. Ύστερα άρχισε τη δουλειά για να «μπαλώσει» τον ουρανό. Μάζεψε καυσόξυλα και τα σώριασε μέχρι τον ουρανό και έβαλε μπλε, άσπρες, κίτρινες, κόκκινες και μαύρες πέτρες στην κορυφή των καυσόξυλων. Άναψε τα καυσόξυλα με φωτιά που πήρε από το κέντρο της γης και έκαψε τις πέτρες, μέχρι που έλιωσαν και κύλησαν σαν χρωματιστά σιρόπια κατά μήκος της ρωγμής. Έτσι, η ρωγμή στον ουρανό μπαλώθηκε μόλις κάηκαν όλα τα καυσόξυλα. Ο ουρανός έγερνε προς τα βορειοδυτικά, και το φεγγάρι και ο ήλιος πήγαιναν κι αυτά προς την ίδια κατεύθυνση. Μα τα νερά και τα ποτάμια της γης όλα πήγαιναν προς τα νοτιοανατολικά, και συγκεντρώνονταν σε μια τεράστια θάλασσα. Στο βυθό της θάλασσας υπήρχε ένα άλλο βαθύ φαράγγι, που δεν ξεχείλιζε ποτέ, όσο νερό κι αν έπεφτε μέσα. Έτσι δεν γίνονταν πια πλημμύρες.
Μέσα στο φαράγγι υπήρχαν πέντε ουράνια βουνά με άσπρα πουλιά και θηρία και με δέντρα που οι καρποί τους ήταν όμορφες πέρλες και νεφρίτες. Χρυσά ανάκτορα ήταν χτισμένα σε κάθε βουνοκορφή όπου ζούσαν ευτυχισμένοι Θεοί, ντυμένοι με χρυσά ρούχα. Υπήρχε μόνο ένα μικρό πρόβλημα –τα βουνά έπλεαν στο νερό. Όταν οι άνεμοι γίνονταν πιο δυνατοί, τα βουνά παρασύρονταν και οι Θεοί έχαναν το σπίτι τους. Ο Αυτοκράτορας του Ουρανού έστειλε δεκαπέντε γιγάντιες χελώνες να κουβαλήσουν τα βουνά στις ράχες τους, χωρισμένες σε πέντε ομάδες των τριών. Μια χελώνα κουβαλούσε το βουνό και οι δύο άλλες τη φρουρούσαν. Αλλά μια χρονιά, ένας γίγαντας βγήκε για να ψαρέψει. Μη ξέροντας τι είχαν κανονίσει οι Θεοί, ο γίγαντας ψάρεψε έξι χελώνες και τις πήρε σπίτι του•έτσι, δυο από τα θεϊκά βουνά παρασύρθηκαν μέχρι το Βόρειο Πόλο, όπου βυθίστηκαν. Τώρα μπορείτε να δείτε τα υπόλοιπα τρία βουνά που στέκουν στην ακτή της Ανατολικής Θάλασσας της Κίνας.