Η αγάπη της μητέρας είναι για πάντα

2021-02-05 11:08:55 ​Εύα Παπαζή

Η Ντουγκουεϊμάα και ο Ζαλγκάμζ μοιράζονται μια χαρούμενη στιγμή κοιτάζοντας παλιές φωτογραφίες. (Φωτογραφία: CHINA DAILY)

Η Ντουγκουεϊμάα, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στα λιβάδια στην περιοχή Σιζιγουάνγκ της αυτόνομης περιοχής της εσωτερικής Μογγολίας της Βόρειας Κίνας, ήταν μια βοσκοπούλα που στην ηλικία των 19 ετών, έγινε μητέρα όταν πήρε την ευθύνη να μεγαλώσει 28 ορφανά από τη Σαγκάη, στις αρχές της δεκαετίας του 1960.

Για να μπορέσει να φροντίσει όλα τα ορφανά, η Ντουγκουεϊμάα, τότε ακόμα ανύπαντρη, έκανε πρακτική ως μαία και άρχισε να βοηθά γυναίκες να γεννήσουν μωρά σε μια εποχή που υπήρχε ελάχιστος ιατρικός εξοπλισμός στον τόπο της. Σήμερα, στα 79, η Ντουγκουεϊμάα είναι γνωστή για την απίστευτη ιστορία της και την ανατροφή των ορφανών, ως η «μητέρα των λιβαδιών».

Το 2019, σηματοδοτώντας την 70η επέτειο από την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας αποφάσισε να δώσει το Μετάλλιο της Δημοκρατίας καθώς και εθνικούς τίτλους τιμής για πρώτη φορά, για να τιμήσει τις υποδειγματικές προσωπικότητες, για την εξαιρετική συνεισφορά τους στην ανάπτυξη της χώρας. Η Ντουγκουεϊμάα, μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας από το 1974, τιμήθηκε με τον τίτλο του «λαϊκού μοντέλου».

Πέρα όμως από την τιμητική εκδήλωση, η ιστορία της Ντουγκουεϊμάα με τα 28 παιδιά προσαρμόστηκε σε μια ταινία, το Τραγούδι της Αγάπης, η οποία έκανε πρεμιέρα στα τέλη του 2019, επιτρέποντας σε περισσότερους ανθρώπους να μάθουν για την ηρωική γυναίκα αλλά και την ιστορία της χώρας την δεκαετία του 1960.

Ο Ζαμγκάζ (δεξιά) και η σύζυγός του (όρθια) ποζάρουν για μια φωτογραφία με την Ντουγκουεϊμάα, η οποία τον φρόντιζε μαζί με 27 άλλα ορφανά από τη Σαγκάη στις αρχές της δεκαετίας του 1960. (Φωτογραφία: CHINA DAILY)

Στις 21 Νοεμβρίου 2020, η ιστορία της προσαρμόστηκε ξανά από τον σκηνοθέτη Τιεν Τσινσίν για ένα επεισόδιο στο ‘Ιστορίες’, μια εκπομπή ποικίλου περιεχομένου της CCTV, η οποία δημοσιεύει γνωστές ιστορίες για τους ανθρώπους που έκαναν εξαιρετικές συνεισφορές στην ανάπτυξη της Κίνας. Με την ηθοποιό Γκουάν Σιαοτόνγκ να παίζει τον ρόλο της Ντουγκουεϊμάα, η τηλεοπτική εκπομπή έλαβε θετικά σχόλια από το κοινό και άγγιξε περισσότερους ανθρώπους με την ιστορία της.

"Παρακολούθησα την τηλεοπτική εκπομπή στο σπίτι μου και ένιωσα μεγάλη τιμή", λέει η Ντουγκουεϊμάα. «Οι άνθρωποι θυμούνται ακόμα και νοιάζονται για τα παιδιά σήμερα. Είμαι πολύ χαρούμενη».

Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, η Κίνα υπέφερε από φυσικές καταστροφές και έλλειψη τροφίμων. Πολλά παιδιά από τις ανατολικές επαρχίες Τζετζιάνγκ και Τζιανγκσού έχασαν τα σπίτια τους και έμειναν ορφανά. Ο τότε πρωθυπουργός Τζόου Ενλάι ζήτησε βοήθεια από την Αυτόνομη Περιοχή της Εσωτερικής Μογγολίας για να πάρει φαγητό για τα ορφανά. Ο Ουλανχού, ο τότε κυβερνητικός διευθυντής της Αυτόνομης Περιοχής της εσωτερικής Μογγολίας, προσφέρθηκε να φροντίσει τα παιδιά. Μέχρι το 1963, περίπου 3.000 ορφανά εστάλησαν στην Αυτόνομη Περιοχή της Εσωτερικής Μογγολίας.

Η Ντουγκουεϊμάα έγινε εθελόντρια, κάτι που άλλαξε τη ζωή της για πάντα με τα 28 παιδιά που στάλθηκαν στο Σιζιβάνγκ, ηλικίας κάτω των 1 έτους έως 5 ετών. Καθώς θυμάται τις μέρες της ανατροφής των ορφανών, η Ντουγκουεϊμάα λέει ότι τότε δεν είχε εμπειρία να μεγαλώνει παιδιά, αλλά έμαθε πώς να γίνει μητέρα σιγά-σιγά. Ζούσε σε ένα μογγολικό γιούρτ, και έμενε συνέχεια ξύπνια όταν τα παιδιά έκλαιγαν τη νύχτα. Όταν ήταν άρρωστα, τα πήγαινε στο νοσοκομείο με το άλογο.

«Όταν έπαιζαν έξω, έμοιαζαν με αρνάκια όπως έτρεχαν στα λιβάδια», θυμάται. «Αν και η ζωή ήταν δύσκολη τότε, ήταν ένας ευχάριστος αγώνας. Όταν χαμογελούσαν και με φώναζαν μητέρα, ήμουν πολύ χαρούμενη. Απλά ήθελα να φροντίσω τα παιδιά.

«Τα παιδιά μεγάλωσαν στα λιβάδια όπως και εμείς και παρόλο που γεννήθηκαν μακριά από την Εσωτερική Μογγολία, συνήθισαν στη ζωή τους εδώ και αγάπησαν την τοπική μουσική και τον πολιτισμό», λέει η ίδια.

Η πλειονότητα των ορφανών που στάλθηκαν από την ανατολική Κίνα υιοθετήθηκε από τοπικές Μογγολικές οικογένειες και εξακολουθούν να ζουν εκεί σήμερα.

Η Ντουγκουεϊμάα (κέντρο) σε μια φωτογραφία που τραβήχτηκε το 1971 με τη βιολογική της κόρη Τσαγκαατσουλού (αριστερά) και ένα παιδί ενός συγγενή. (Φωτογραφία: CHINA DAILY)

Η Ντουγκουεϊμάα, η οποία έχασε τους γονείς της σε ηλικία 11 ετών και μεγάλωσε με τη θεία της, δεν μπορεί να μιλήσει μανδαρίνικα αλλά μπορεί να καταλάβει. Μιλάει μογγολικά και διατηρεί την επαφή με τα παιδιά, που είναι τώρα στα 50 και 60 τους, μέσω του WeChat. Σε ειδικές περιπτώσεις, όπως η Σεληνιακή Πρωτοχρονιά, δέχεται χαιρετισμούς από αυτά τα παιδιά.

"Δεν μας έδωσε μόνο φαγητό και καταφύγιο, αλλά και την αγάπη μιας πραγματικής οικογένειας", λέει ο Ζαγκάμζ, 64 ετών, ο οποίος ήρθε στο Σιζιβάνγκ σε ηλικία 3 ετών και υιοθετήθηκε αργότερα από ένα ντόπιο ζευγάρι. Έκτοτε έζησε εκεί, παντρεύτηκε και έχει τρεις κόρες. «Ήταν εκεί όταν δεν είχαμε κανέναν. Μου έδωσε τη δεύτερη ζωή μου».

Η Τσαγκααντσουλού, στα 50 της, είναι η μόνη βιολογική κόρη της Duguimaa. Ζει με την Ντουγκουεϊμάα και τη φροντίζει. «Ήταν μητέρα και πατέρας μαζί, κάτι που την έκανε μια σκληρή και δυνατή γυναίκα. Αγαπά τα παιδιά και προσφέρει πάντα βοήθεια σε άτομα που έχουν ανάγκη», λέει η Τσαγκααντσουλού.

Σύμφωνα με τον Ερκχέμ, αντιπρόεδρο του τμήματος δημοσιότητας της περιοχής, όταν το COVID-19 χτύπησε το Σιζιβάνγκ στις αρχές του περασμένου έτους, η Ντουγκουεϊμάα δώρισε 5.000 γιουάν (774 $) στον τοπικό Ερυθρό Σταυρό για να παρέχει προστατευτικά εργαλεία για τους πρώτους εργαζόμενους. "Έκανε κάτι εξαιρετικό στην ζωή της και η ιστορία της αξίζει να μαθευτεί από περισσότερους ανθρώπους", λέει ο Έρκχεμ.

(Φωτογραφία: CHINA DAILY)

Leaderboard

Κοινοποιήστε

Σχετικά νέα