Κινεζικοί Λαϊκοί Μύθοι (46) --- η κοπέλα με το χαμόγελο στα χείλη (1ο μέρος)
Στους λαϊκούς μύθους σε ορισμένες περιοχές στην Κίνα, οι αλεπούδες και οι κίτρινες νυφίτσες μπορούν να μεταμορφωθούν σε γυναίκες και άνδρες και να τρελάνουν τους ανθρώπους με τα καμώματά τους. Παρακάτω είναι μια μικρή γλυκιά ιστορία μεταξύ ενός νεαρού και μιας….μμμ, διαβάστε για να καταλάβετε.
Ο Γουάνγκ Ζιφού, ένας νεαρός από την πόλη Τζιού της σημερινής επαρχίας Σαντόνγκ, είχε χάσει τον πατέρα του σε πολύ μικρή ηλικία. Ήτανε πολύ έξυπνος και ταλαντούχος και στα 14 πέρασε τις εξετάσεις και μπήκε στην μόνη δημόσια σχολή της πόλης. Η μητέρα του τον αγαπούσε πολύ και συνήθως δεν τον άφηνε να ταξιδέψει στα περίχωρα. Είχε μια αρραβωνιαστικιά η οποία όμως πέθανε μικρή προτού παντρευτούν.
Την ημέρα του Φεστιβάλ των Φαναριών, ο ξάδελφος του Ζιφού ο νεαρός Γου, ο πατέρας του οποίου ήτανε ο μεγάλος αδελφός της μητέρας του, ήρθε και κάλεσε τον Ζιφού για μια εκδρομή έξω από την πόλη. Μόλις οι δύο νεαροί βγήκαν στα περίχωρα, ένας υπηρέτης τους πρόλαβε και είπε στον Γου να γυρίσει πίσω. Έτσι ο Ζιφού συνέχισε να περπατάει μόνος του άστοχα, παρακολουθώντας τον κόσμο.
Εκεί βρισκόταν και μια κοπέλα που κρατώντας ένα άνθος δαμασκηνιάς έδειχνε πανέμορφη και είχε ένα μεγάλο χαμόγελο. Μόλις ο Ζιφού την είδε, ξετρελάθηκε και δεν μπορούσε να αποτραβήξει την ματιά του από πάνω της, ξεχνώντας εντελώς το πόσο μεγάλη αγένεια ήτανε αυτό.
Η κοπέλα τον είδε και είπε στην υπηρέτρια της ότι, «τα μάτια του νεαρού λάμπουν σαν του κλέφτη!» Πέταξε το λουλούδι στην γη και έφυγε παρέα με την υπηρέτρια της.
Πέταξε το λουλούδι στην γη και έφυγε παρέα με την υπηρέτρια της.
Ο Ζιφού σήκωσε το λουλούδι και γύρισε σπίτι απαρηγόρητος που δεν μπορούσε πια να την δει.
Μπήκε στο δωμάτιο του, έκρυψε το άνθος της δαμασκηνιάς κάτω από το μαξιλάρι του, και σκυθρωπός έπεσε για ύπνο. Ο Ζιφού από εκείνη την ημέρα και έπειτα δεν έτρωγε τίποτα και δεν έλεγε τίποτα. Η μητέρα του ανησύχησε πολύ και ζήτησε από έναν μάγο να διώξει τα κακά και τους δαίμονες αλλά δεν λειτούργησε.
Η ασθένεια του Ζιφού σοβάρευε συνεχώς και σύντομα αδυνάτισε πολύ.
Αργότερα ήρθε ο γιατρός και του έδωσε θεραπευτικά βότανα. Ο Ζιφού καλυτέρεψε λίγο αλλά ακόμα φαινόταν σαν χαμένος. Η μητέρα τον ρωτούσε πως και αρρώστησε αλλά δεν έπαιρνε απάντηση. Μια μέρα ο ξάδελφος Γου τους επισκέφτηκε και η μητέρα του είπε να ρωτήσει τον Ζιφού τι έχει και δεν νιώθει καλά.
Ο Γου κάθισε δίπλα στο κρεβάτι του Ζιφού, ο οποίος άρχισε να κλαίει όταν τον είδε. Ο Γου άρχισε να τον παρηγορεί και σιγά σιγά να τον ρωτά τι έγινε. Ο Ζιφού του διηγήθηκε λεπτομερώς τι συνέβη και ζήτησε από τον Γου να τον βοηθήσει.
Ο Γου γέλασε, «γιατί είσαι τόσο χαζός; Τι δυσκολία υπάρχει; Θα την ψάξω εγώ για σένα. Η κοπέλα αφού περπατούσε με τα πόδια στην εξοχή, δεν πρέπει να είναι αριστοκρατικής οικογένειας. Αν δεν έχει αρραβωνιαστεί, σίγουρα μπορείτε να παντρευτείτε. Αλλιώς, αν μπορέσεις να προσφέρεις περισσότερα δώρα αρραβώνων, φαντάζομαι ότι θα συμφωνήσει. Θα φροντίσω εγώ για τον γάμο σου. Αλλά πρέπει να συνέλθεις, γιατί κανείς δεν θέλει να παντρέψει την κόρη του με έναν άρρωστο.»
Η ασθένεια του Ζιφού σοβάρευε συνεχώς και σύντομα αδυνάτισε πολύ.
Χάρηκε πολύ ο Ζιφού μόλις τον άκουσε. Ο Γου βγήκε να τα πει όλα στην θεία του και ύστερα πήγε να ψάξει παντού για να μάθει την κατοικία της κοπέλας. Δυστυχώς, ενώ έψαχνε για μέρες σε όλα τα χωριά γύρω στα προάστια δεν βρήκε κανένα στοιχείο για την κοπέλα και την οικογένειά της.
Η μητέρα του Ζιφού ανησυχούσε πολύ αλλά δεν είχε καμία ιδέα για να βοηθήσει τον Γου να ψάξει την κοπέλα. Ο Ζιφού από την άλλη πλευρά άρχισε συνεχώς να καλυτερεύει μετά την συνάντηση με τον Γου.
Λίγες μέρες αργότερα ο Γου τον επισκέφτηκε ξανά και ο Ζιφού τον ρώτησε πώς τα πήγε.
Ο Γου επειδή δεν του βάσταγε η καρδιά να δει τον ξάδελφο του να αρρωσταίνει ξανά, του είπε ψέματα, «έχω μάθει ποια είναι. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μυστηριώδης είναι η μοίρα. Είναι η κόρη της θείας μου! Η μητέρα της είναι αδελφή του πατέρα μου και της μητέρας σου. Άρα η κοπέλα είναι μια μικρή ξαδέλφη σου. Το καλό είναι ότι δεν έχει αρραβωνιαστεί. Βέβαια δεν είναι καλό τα ξαδέλφια να παντρεύονται. Αλλά νομίζω η θεία μας θα κατανοήσει αν της εξηγήσουμε. Περιμένω τον γάμο σας, ξάδελφε.»
Ο Ζιφού φωτίστηκε από χαρά και ρώτησε, «πού μένουν αυτή η θεία και η ξαδέλφη μας;»
«Χμμ, μένουν περίπου 15 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από εδώ, σε ένα πολύ μικρό χωριό μέσα στα βουνά. Μόλις βρήκα την διεύθυνσή της.»
Ο Γου επανειλημμένα πριν φύγει, ζήτησε από τον Ζιφού να δυναμώσει, και εκείνος του το υποσχέθηκε.
Έκτοτε, ο Ζιφού άρχισε να τρώει κανονικά και σταδιακά βελτιώθηκε η υγεία του. Το λουλούδι δαμασκηνιάς κάτω από το μαξιλάρι του είχε μαραθεί αλλά τα πέταλα ακόμα δεν είχαν πέσει. Ο Ζιφού νοσταλγούσε την κοπέλα κρατώντας το λουλούδι σαν να ήταν η ίδια η κοπέλα.
Ο Γου επανειλημμένα πριν φύγει, ζήτησε από τον Ζιφού να δυναμώσει, και εκείνος του το υποσχέθηκε.
Όμως ο Γου για μέρες δεν γύρισε πίσω και ο Ζιφού ενώ έστελνε να τον καλέσουν ο Γου απαντούσε με διάφορες δικαιολογίες και δεν πήγαινε.
Ο Ζιφού άρχισε να είναι πολύ άκεφος. Η μητέρα του φοβήθηκε μήπως αρρωστήσει ξανά, και βιάστηκε να προτείνει άλλο γάμο στον γιο της. Μόλις το συζήτησε με τον Ζιφού, εκείνος κούνησε αρνητικά το κεφάλι του και απλώς περίμενε τον Γου κάθε μέρα να έρθει. Αφού όμως ο Γου δεν ερχόταν, ο Ζιφού έγινε ακόμα πιο κακόκεφος.
Άρχισε να σκέφτεται ότι 15 χιλιόμετρα δεν ήτανε πολύ μακριά, γιατί να πρέπει λοιπόν να στηριχτεί σε έναν άλλο και να μην πάει ο ίδιος να επισκεφτεί την κοπέλα; Έτσι, ο Ζιφού κρατώντας το λουλούδι δαμασκηνιάς βγήκε έξω απερίσκεπτα να ψάξει για το χωριό της κοπέλας.
Έτσι, ο Ζιφού κρατώντας το λουλούδι δαμασκηνιάς βγήκε έξω απερίσκεπτα να ψάξει για το χωριό της κοπέλας.
Η διεύθυνση της κοπέλας όμως ήταν απλώς ένα ψέμα του Γου. Τι θα συμβεί λοιπόν στον νεαρό Ζιφού; Αυτό θα το δούμε την άλλη εβδομάδα.