Κινεζική Μυθολογία (43)- πόλεμος της Χορήγησης των Τίτλων των Αθανάτων (7ο μέρος)
无心菜: wú xīn cài
Όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο άρθρο, ο αυτοκράτορας Τζόου, επηρεασμένος από την αλεπού Νταζί και τον φασιανό Σιμέι, ζήτησε από τον πρωθυπουργό Μπιγκάν την καρδιά του, η οποία σύμφωνα με την Νταζί και την Σιμέι ήτανε ιδιαίτερη «φίνα καρδιά με εφτά οπές».
Ο Μπιγκάν πήγε στο Κτίριο Πιασίματος των Αστέρων, και προσπάθησε να πείσει τον αυτοκράτορα να μην το κάνει αυτό αλλά δυστυχώς ο αυτοκράτορας Τζόου απάντησε, «μην είσαι τρελός! Θέλουμε απλώς να δανειστούμε μια φέτα της καρδιάς σου. Δεν θα σου κάνει κανένα κακό!»
Ο Μπιγκάν φώναξε, «βλάκα! Θα πεθάνω αν μου βγάλεις μια φέτα καρδιάς!»
Ο αυτοκράτορας Τζόου θύμωσε τότε και είπε «είμαι ο αυτοκράτοράς σου! Είναι διαταγή! Αλλιώς θα διατάξω τους φρουρούς να βγάλουν όλη την καρδιά σου έξω!»
Ο Μπιγκάν φώναξε την Νταζί σκύλα, και είπε ότι δεν θα νιώθει ντροπιασμένος όταν θα πρέπει να αντιμετωπίσει τον κάτω κόσμο τον πρώην αυτοκράτορα. «Φρουροί, δώστε μου το σπαθί!».
Ο αυτοκράτορας Τζόου ζήτησε από τον πρωθυπουργό Μπιγκάν την καρδιά του.
Οι φρουροί του έδωσαν το σπαθί, και ο Μπιγκάν κρατώντας το σπαθί στο χέρι, έκανε οχτώ υποκλίσεις με χέρια ενωμένα προς την κατεύθυνση του ναού των πρώην αυτοκρατόρων, και μετά γρήγορα με το σπαθί έκοψε το δικό του στήθος, αλλά δεν έτρεξε αίμα από την πληγή. Έβγαλε την καρδιά του έξω, την έριξε κάτω, και ξανά έδεσε την ζώνη και βγήκε έξω γρήγορα και σιωπηλά. Φάνηκε σαν να μην ήτανε διαφορετικός. Μόνο το πρόσωπό του φάνηκε ελαφρά χρυσό. Οι αξιωματούχοι που περίμεναν έξω από το κτίριο, τον είδαν και τον ρώτησαν πώς πήγαν τα πράγματα. Αλλά ο Μπιγκάν δεν απάντησε και δεν σταμάτησε να περπατά γρήγορα. Ο στρατηγός Χουάνγκ Φέιχου, ο οποίος έκαψε το σπήλαιο των αλεπούδων μαζί με τον Μπιγκάν αν θυμάστε καλά, ένιωσε περιέργεια και διέταξε δύο υφισταμένους του να ακολουθήσουν τον Μπιγκάν.
Ξαφνικά άκουσε μια γυναίκα να πουλάει την πραμάτεια της.
Ο Μπιγκάν βγήκε έξω από το παλάτι, βρήκε το άλογό του και με το άλογο έτρεξε γρήγορα για περίπου δύο-τρια χιλιόμετρα όπου ξαφνικά άκουσε μια γυναίκα να πουλάει την πραμάτεια της. Το όνομα του λαχανικού που πουλούσε στην κινεζική γλώσσα είναι Ου-σιν-τσάι (无心菜, wú xīn cài), που κυριολεκτικά σημαίνει λαχανικό χωρίς καρδιά. Ο Μπιγκάν ξαφνικά σταμάτησε, και ρώτησε την γυναίκα, « 'λαχανικό χωρίς καρδιά';»
Η γυναίκα απάντησε, «εγώ πουλάω 'λαχανικά χωρίς καρδιά'.»
Ο Μπιγκάν συνέχισε, «αν ένας άνθρωπος δεν έχει καρδιά, τι θα γίνει;»
Η γυναίκα τότε είπε, «ένας άνθρωπος χωρίς καρδιά σίγουρα θα πεθάνει.»
Ο Μπιγκάν έβγαλε μια κραυγή και έπεσε κάτω από το άλογο. Το αίμα έτρεξε από την πληγή στο στήθος του και πέθανε. Η γυναίκα φοβήθηκε και έφυγε. Έτσι όταν οι δύο υφιστάμενοι του στρατηγού Χουάνγκ Φέιχου τελικά βρήκαν τον Μπιγκάν, είδαν τον Μπιγκάν ξαπλωμένο μέσα στο αίμα του.
Ο Μπιγκάν έκαψε το χαρτί και με νερό το ήπιε.
Γιατί ο Μπιγκάν δεν πέθανε αμέσως αφότου έβγαλε την καρδιά του; Να σημειώσουμε ότι ο Τζιανγκ Ζιγιά, ο οποίος ψαρεύει με ένα ίσιο άγκιστρο ψαρέματος, έμεινε για μερικά χρόνια στην πρωτεύουσα και ήτανε καλός φίλος του Μπιγκάν. Αφότου ο Τζιανγκ Ζιγιά ήτανε μαθητής του θεού, προφήτεψε ότι ο Μπιγκάν θα υποφέρει από το χάσιμο καρδιάς. Τότε, προτού φύγει από την πρωτεύουσα, ο Τζιανγκ Ζιγιά του έδωσε ένα γράμμα λέγοντας ότι «την θανατοφόρα στιγμή στο μέλλον, να ανοίξεις το γράμμα». Μέσα στο γράμμα, υπήρχε ένα ιδιαίτερο χαρτί με ένα ξόρκι του ταοϊσμού. Ο Μπιγκάν έκαψε το χαρτί και με νερό το ήπιε. Αυτό το ξόρκι ήταν για να προστατέψει την καρδιά του. Γιαυτό ο Μπιγκάν δεν πέθανε αμέσως. Εάν η γυναίκα που πουλούσε «λαχανικά χωρίς καρδιά» είχε απαντήσει ότι «ο άνθρωπος χωρίς καρδιά σαν το λαχανικό μπορεί να ζει ακόμα», ο Μπιγκάν δεν θα πέθανε.
Αφότου ο Μπιγκάν ήτανε πρωθυπουργός της αυτοκρατορίας και επίσης θείος του αυτοκράτορα Τζόου, ο θάνατός του σίγουρα ενίσχυσε το μίσος της αυτοκρατορίας για την Νταζί.