Όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο μέρος, η κυρία Τσάι δηλαδή η πεθερά της νεαρής χήρας Ντόου'ερ της εξήγησε ότι είχε υποσχεθεί δύο γάμους στον γέρο Τζανγκ και στον νεαρό Τζανγκ, να παντρευτεί δηλαδή η ίδια με τον γέρο Τζανγκ, και η Ντόου'ερ με τον νεαρό Τζανγκ.
Η Ντόου'ερ είπε, «Πεθερά μου, ανησυχώ για εσάς. Με τα άσπρα μαλλιά, πώς θα φορέσετε το κόκκινο βέλο; Περάσατε τα 60 ήδη. Δεν είσαστε μεσήλικη που να μπορείτε να ξεκινήσετε μια νέα ζωή. Δεν είναι αστείο που στην ηλικία αυτή θα ξεχάσετε τον αγαπημένο σας άνδρα και θα πάρετε έναν άλλο για σύζυγο;»
Η κυρία Τσάι είπε, «Μου έσωσαν την ζωή. Αυτή την στιγμή δεν ανησυχώ για τα γέλια των άλλων.»
Η Ντόου'ερ απαντά, «Παρόλο που σας έσωσαν την ζωή, δεν είστε μια ανύπαντρη κοπέλα πια. Μην ξεχνάτε ότι ο μακαρίτης σύζυγός σας πριν τον θάνατό του, σχεδίασε μια εύπορη ζωή για σας με τις επιχειρήσεις και τις φάρμες. Δεν περίμενε ότι όλη η κληρονομιά του θα έπεφτε στα χέρια ενός άγνωστου ο οποίος θα λάβει όλα τα πλούτη του. Πεθερέ μου, τι κρίμα!»
Η κυρία Τσάι είπε, «Παιδί μου, τώρα εκείνος περιμένει έξω να παντρευτούμε χαρούμενος. Πώς μπορώ να του πω όχι;»
Η Ντόου'ερ είπε, «Εκείνος είναι χαρούμενος βεβαίως. Εγώ ανησυχώ για σας. Είστε σίγουρη ότι θέλετε να ξαναπαντρευτείτε με έναν τελείως άγνωστο;»
Η κυρία Τσάι είπε, «Παιδί μου, μην λέμε για μένα. Και ο πατέρας και ο γιος περιμένουν στην πόρτα μας. Λέω να ξαναπαντρευτείς και εσύ.»
Η Ντόου'ερ είπε, «Πεθερά, αν είναι η θέλησή σας, να παντρευτείτε όπως θέλετε. Αλλά εγώ δεν θέλω άνδρα.»
Η κυρία Τσάι είπε, «Ποια θέλει άνδρα; Εκείνοι οι δύο με απειλούν και με ακολούθησαν στο σπίτι, τι άλλο μπορώ να κάνω;»
Ο νεαρός Τζανγκ έξω από την πόρτα λέει, «Σήμερα θα παντρευτούμε. Με τα καινούρια ενδύματα θα είμαστε γαμπροί και τίμιοι καλεσμένοι στο σπίτι τους. Έτσι πρέπει είναι η ζωή!»
Ο νεαρός Τζανγκ και ο γέρος Τζανγκ μπαίνουν στο σπίτι της κυρίας Τσάι.
Η Ντόου'ερ συμπεριφέρεται αγνοώντας τους, λέγοντας, «Βλάκα, μην με πλησιάσεις!»
Η Ντόου'ερ είπε στην πεθερά της, «Λέγεται ότι οι άνδρες λένε γλυκά και απίστευτα λόγια στις γυναίκες. Πεθερά μου, γιατί τους ακούτε; Θα δεχτούμε έναν χυδαίο γέρο και έναν που μοιάζει σαν δραπέτη από την φυλακή;»
Ο νεαρός Τζανγκ έκανε γκριμάτσα στην Ντόου'ερ και είπε, «Κοίτα τα σώματά μας, δεν φτάνουν για να γίνουμε ωραίοι γαμπροί; Μην χάσεις την καλή στιγμή της τελετής γάμου. Να παντρευτούμε αμέσως.»
Η Ντόου'ερ τον αγνόησε και συνέχισε, «Θα ήταν τραγικός γάμος, πεθερά μου. Δεν ντρέπεστε; Ο πεθερός μου τόσα χρόνια έκανε εμπόριο με μεγάλες προσπάθειες για να φέρει πλούτη στην οικογένεια. Όλα αυτά που έχουμε σήμερα είναι από τον πεθερό μου, πώς μπορεί να τα λάβουν αυτοί οι δυο;»
Ο νεαρός Τζανγκ πήγε να πιάσει την Ντόου'ερ για την τελετή γάμου.
Η Ντόου'ερ τον σπρώχνει και ο νεαρός Τζανγκ πέφτει στο πάτωμα.
Η Ντόου'ερ συνεχίζει λέγοντας, «Παρόλο που είμαι μια χήρα, δεν θέλω τον γάμο αυτό!»
Η Ντόου'ερ κατεβαίνει από την σκηνή.
Η κυρία Τσάι είπε, «Κύριε, μου σώσατε την ζωή. Σίγουρα πρέπει να σας ξεπληρώσω την καλοσύνη σας. Αλλά η νύφη μου δεν έχει καλή διάθεση. Αφού δεν θέλει να παντρευτεί με τον γιο σας, πώς μπορώ να σας παντρευτώ εγώ μόνη μου; Σας υποδέχομαι με νόστιμα πιάτα και κρασί στο σπίτι μου. Θα μεταπείσω την νύφη μου σιγά σιγά. Όταν εκείνη συμφωνήσει, όλα θα είναι καλά.»
Ο νεαρός Τζανγκ είπε, «Σκύλα είναι! Την έπιασα αλλά δεν είναι και παρθένα, τι τρελό χαρακτήρα είχε να με σπρώξει; Δεν το αντέχω αυτό! Ορκίζομαι μπροστά σου, ότι εάν δεν την πάρω ως γυναίκα μου, δεν θα θεωρώ τον εαυτό μου ως άνδρα. Έχω συναντήσει χιλιάδες μορφονιές αλλά καμία δεν ήταν τόσο αγενής και άκαρδη όσο η νύφη σου! Σου έσωσα την ζωή, δεν είναι χρέος της να με παντρευτεί;»
Και οι τρεις κατεβαίνουν από την σκηνή.
[Τελειώνει η πρώτη σκηνή.]