Το θεατρικό έργο «Χιονοθύελλα του Ιουνίου» (το έργο ονομάζεται στα Κινέζικα 《窦娥冤》που σημαίνει Άδικη Τραγωδία της Ντόου'ερ), είναι μια από τις πιο δημοφιλείς τραγωδίες στην ιστορία της κινεζικής λογοτεχνίας. Και η φράση «χιονοθύελλα τον Ιούνιο» στα κινέζικα χρησιμοποιείται από τότε για να περιγράψει την τεράστια αδικία που έχει υποφέρει κάποιος.
Το θεατρικό έργο «Χιονοθύελλα του Ιουνίου» είναι το αντιπροσωπευτικό έργο του Γκουάν Χαντσίνγκ (1219 – 1301μ.Χ.). Στην ιδρυμένη από την μογγολική εθνότητα Δυναστεία Γιουάν (1271—1368 μ.Χ.) όπου ζούσε ο Γκουάν, όλη η εθνότητα του Γκουάν, δηλαδή η εθνότητα Χαν που ήταν και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού θεωρείτο ως κατώτερη τάξη. Με το έργο αυτό ο Γκουάν περιέγραψε την δύσκολη κατάσταση της ζωής των Χαν στην δυναστεία αυτή.
Γενικά θεωρείται ότι η βάση της τραγωδίας προέρχεται από μια ιστορία που καταγράφτηκε στο επίσημο ιστορικό έργο «Ιστορία της Δυναστείας Χαν». Μέσα στο βιογραφικό κεφάλαιο του κυρίου Γιου Ντινγκγκούο σημειώνεται ότι, «Στην πόλη Ντονγκχάι, υπήρξε μια νύφη. Έχασε τον σύζυγό της νεαρή. Δεν είχε κανένα παιδί αλλά φρόντιζε την πεθερά της πολύ. Η πεθερά προσπάθησε να την ξαναπαντρέψει αλλά εκείνη αρνήθηκε. Η πεθερά είπε στους γείτονες ότι, 'η νύφη κουράζεται πολύ φροντίζοντας με. Κρίμα που έμεινε χήρα τόσο νέα χωρίς κανένα παιδί. Είμαι ηλικιωμένη της έχω γίνει βάρος για χρόνια. Τι να κάνω!' Αργότερα η πεθερά αυτοκτόνησε διά απαγχονισμού. Η κόρη της πεθεράς κατηγόρησε την νύφη δημοσίως ότι εκείνη σκότωσε την ηλικιωμένη. Όταν την συλλάβανε, η νύφη δεν ομολόγησε ότι έκανε το έγκλημα όμως στην φυλακή υποβλήθηκε σε βασανιστήρια και αναγκάστηκε να πει ότι δολοφόνησε την πεθερά της. Οι υπάλληλοι υπέβαλαν την εξομολόγηση στον δήμαρχο. Ο κύριος Γιου εκείνη την στιγμή δούλευε στο δικαστικό τμήμα του δήμου. Υποστήριξε ότι εκείνη η νύφη ήτανε γνωστή για την φροντίδα της στην πεθερά της για χρόνια και δεν μπορούσε να είναι δολοφόνος. Αλλά ο δήμαρχος δεν τον άκουσε. Ο Γιου ζήτησε από τον δήμαρχο να το ξανασκεφτεί κλαίγοντας αλλά ο δήμαρχος επέμεινε ότι η νύφη ήτανε δολοφόνος. Αργότερα η νύφη καταδικάστηκε σε θάνατο. Μετά τον θάνατο της νύφης, η πόλη υπέφερε σοβαρή ξηρασία για τρία χρόνια.»
Ας ξεκινήσουμε να δούμε το έργο.
[Εισαγωγή]
Η γερόντισσα Τσάι ανεβαίνει στην σκηνή μονολογώντας, «Είμαι η γερόντισσα Τσάι. Κατοικώ στην πόλη Τσουτζόου. Η οικογένειά μου έχει τρία μέλη. Δυστυχώς ο άνδρας μου πέθανε και τώρα μένω με το παιδί μας, μόνο 8 χρονών. Ευτυχώς δεν μας λείπουν τα λεφτά. Η ζωή με το παιδί δεν είναι δύσκολη. Στην γειτονιά μας μένει ένας λόγιος ο Ντόου, στον οποίο πέρσι δάνεισα 20 Λιάνγκ ασήμι. Τώρα πρέπει να μου επιστρέψει 40 Λιάνγκ για το κεφάλαιο και τους τόκους. ① Του ζήτησα πολλές φορές. Αλλά εκείνος πάντα μου λέει ότι ήτανε φτωχός και δεν είχε λεφτά να μου επιστρέψει το δάνειο. Ωστόσο, εκείνος έχει μια κόρη, 7 χρονών, όμορφη και γλυκιά. Θέλω να γίνει νύφη μου και θα ξεχάσω το χρέος του πατέρα της. Αυτό βολεύει και τις δύο οικογένειες. Ο λόγιος Ντόου είπε ότι σήμερα είναι καλή ημερομηνία και θα φέρει την κόρη του στο σπίτι μου. Τον περιμένω.»
Ο Ντόου Τιεντζάνγκ και η κόρη του ανεβαίνουν στην σκηνή.
Ο Ντόου μονολογεί, «Με λένε Ντόου Τιεντζάνγκ. Από μικρή ηλικία μελέτησα τον Κομφουκισμό. Αλλά η τύχη δεν με προτιμά και πολλές φορές δεν κατάφερα να περάσω τις αυτοκρατορικές εξετάσεις. Δυστυχώς η γυναίκα μου πέθανε αφήνοντας πίσω την κόρη μας Ντουανγιούν. Τώρα είναι 7 ετών. Απένταρος περιπλανήθηκα στην πόλη αυτή. Εδώ μένει μια πλούσια χήρα, η Τσάι. Της δανείστηκα 20 Λιάνγκ ασήμι πέρσι και τώρα πρέπει να της τα επιστρέψω διπλά όλα μαζί. Μου τα ζήτησε πολλές φορές αλλά τι να της επιστρέψω; Εκείνη από την άλλη πλευρά συχνά αναφέρει ότι θέλει την κόρη μου για νύφη της. Φέτος είναι ξανά οι αυτοκρατορικές εξετάσεις. Αλλά δεν έχω ούτε ένα νόμισμα για τα έξοδα του ταξιδιού στην πρωτεύουσα για τις εξετάσεις. Αναγκάστηκα να φέρω την κόρη μου στην οικογένειά της γερόντισσας Τσάι.»
Ο Ντόου αναστέναζε, «Φαίνεται περισσότερο ότι θα πουλήσω την κόρη μου παρά ότι θα την παντρέψω. Θα είναι τέλεια αν μου δωρίσει και λίγα χρήματα για το ταξίδι μου εκτός από το να με απαλλάξει από το χρέος μου. Έφτασα στην πόρτα της γερόντισσας Τσάι.»
Την συνέχεια θα την δούμε την επόμενη φορά.
① Ήτανε ένα είδος τοκογλυφίας κατά την μογγολική δυναστεία Γιουάν.