Όπως αναφέραμε στο προηγούμενο μέρος, η Τζάο Παν'έρ έπεισε με την πονηριά της τον Τζόου Σε να χωρίσει με την Σονγκ Γιντζάνγκ. Όταν ο Τζόου Σε έμαθε ότι και οι δύο γυναίκες είχαν φύγει, κατάλαβε ότι έπεσε σε παγίδα. Έτσι πήγε με τον σερβιτόρο του ξενοδοχείου του να τις προλάβουν.
Η Παν'έρ και η Γιντζάνγκ ανεβαίνουν στην σκηνή.
Η Γιντζάνγκ λέει στην φίλη της , «Αν δεν με βοηθούσες εσύ, δεν θα κατάφερνα να φύγω από το σπίτι του.»
Η Παν'έρ απαντά βιαστικά, «Πάμε, πάμε, γρήγορα. Και να μου δείξεις αμέσως την επιστολή διαζυγίου που σου έγραψε ο Τζόου Σε.»
Η Γιντζάνγκ δίνει την επιστολή στην Παν'έρ.
Η Παν'έρ την παίρνει στα χέρια της και αμέσως την αντικαθιστά με ένα άλλο παρόμοιο χαρτί κρυφά. Επιστρέφει την επιστολή στην Γιντζάνγκ και της λέει, «Να την φυλάξεις καλά, γλυκιά μου, είναι ένα νόμιμο πιστοποιητικό για όταν θελήσεις να ξαναπαντρευτείς.»
Μόλις η Γιντζάνγκ ξαναπαίρνει την επιστολή, ο Τζόου Σε τις προλαβαίνει.
Ο Τζόου Σε φώναξε στην Γιντζάνγκ, «Σκύλα, πού πας; Είσαι γυναίκα μου, γιατί έφυγες;»
Η Γιντζάνγκ του απαντά, «Μην λες ανοησίες, εσύ ο ίδιος μου έδωσες την επιστολή διαζυγίου και με έδιωξες από το σπίτι σου.»
Ο Τζόου Σε φωνάζει, «Μια επιστολή διαζυγίου, πρέπει να έχει πέντε δακτυλικά αποτυπώματα. Δεν ισχύει η δική σου με μόνο τέσσερα δακτυλικά αποτυπώματα.»
Δείχνοντας αμφιβολία η Γιντζάνγκ ανοίγει την επιστολή αλλά… εκείνη την στιγμή ο Τζόου Σε την αρπάζει και την κάνει κομματάκια.
Η Γιντζάνγκ λέει στην Παν'έρ, «Αδελφή, ο Τζόου Σε έσκισε την επιστολή διαζυγίου μου!»
Η Παν'έρ κάνει ότι προσπαθεί να αρπάξει την επιστολή από τα χέρια του Τζόου Σε.
Ο Τζόου Σε της φωνάζει, «Και εσύ είσαι γυναίκα μου.»
Η Παν'έρ ρωτά, «Πώς είμαι και εγώ γυναίκα σου;»
Ο Τζόου Σε λέει, «Ήπιες το ποτό μου.»
Η Παν'έρ απαντά, «Έχω δέκα μπουκάλια στην άμαξά μου. Πώς είναι δικό σου;»
Ο Τζόου Σε λέει, «Δέχτηκες το πρόβατό μου.»
Η Παν'έρ απαντά, «Έχω ένα έτοιμο ψημένο. Δεν είναι δικό σου.»
Ο Τζόου Σε λέει, «Δέχτηκες το κόκκινο μετάξι μου.»
Η Παν'έρ τότε του απαντά, «Στην βαλίτσα μου έφερα δύο τόπια κόκκινου μεταξιού. Ούτε αυτά είναι δικά σου. Δεν ετοίμασες κανένα δώρο για την νύφη. Θέλεις να με παντρευτείς χωρίς να δώσεις τίποτα.»
Ο Τζόου Σε της φωνάζει, «Ορκίστηκες να με παντρευτείς!»
Η Παν'έρ λέει, «Είναι δουλειά μου να υπόσχομαι στους πελάτες ό,τι θέλουν. Κερδίζω το ψωμί μου με ψευδείς όρκους. Όλες οι κοπέλες στους οίκους ανοχής, ορκίζονται με την ψυχή τους και την ζωή τους, στον ουρανό και στην γη. Αν πιστεύεις ότι οι όρκοι μας είναι ειλικρινείς, τότε όλες θα έπρεπε να είχαμε πεθάνει χιλιάδες φορές.»
Ο Τζόου Σε τότε είπε στην Γιντζάνγκ, «Δεν με νοιάζει αυτή, αλλά εσύ πρέπει να γυρίσεις μαζί μου. Η επιστολή διαζυγίου έχει σκιστεί.»
Η Γιντζάνγκ άρχισε να φοβάται πολύ.
Η Παν'έρ είπε, «Μην φοβάσαι, εκείνη που έσκισε, είναι μια ψεύτικη που αντικατάστησα.»
Ο Τζόου Σε θυμωμένος πιάνει και τις δύο και τους λέει, «Δεν θα τσακωθώ μαζί σας. Πάμε στο δημαρχείο①.»
Και οι τρεις κατεβαίνουν από την σκηνή.
Η σκηνή αλλάζει και βρισκόμαστε στην αίθουσα του δημαρχείου.
Ο δήμαρχος κάθεται στο γραφείο του.
Ο Τζόου Σε, η Τζάο Παν'έρ και η Σονγκ Γιντζάνγκ ανεβαίνουν στην σκηνή.
Ο Τζόου Σε φωνάζοντας δυνατά, «Αδικήθηκα, δήμαρχε.»
Ο δήμαρχος ρώτησε, «Ποιον θες να κατηγορήσεις;»
Ο Τζόου Σε είπε, «Αυτήν, την Τζάο Παν'έρ, με εξαπάτησε να χωρίσω με την γυναίκα μου, την Σονγκ Γιντζάνγκ.»
Ο δήμαρχος ρωτά, «Τι λέει η κυρία Τζάο;»
Η Τζάο Παν'έρ λέει, «Η Σονγκ Γιντζάνγκ έχει αρραβωνιαστικό αλλά ο Τζόου Σε την άρπαξε ως γυναίκα του. Τελικά όμως ο Τζόου της έγραψε επιστολή διαζυγίου. Δεν τον εξαπάτησα σε τίποτα!»
Ο νεαρός λόγιος Αν Σιουσί στον οποίο η Σονγκ Γιντζάνγκ είχε υποσχεθεί γάμο στην αρχή του θεατρικού έργου, ανεβαίνει στην σκηνή μονολογώντας,
«Η Τζάο Παν'έρ μου έστειλε μήνυμα ότι η Γιντζάνγκ έχει λάβει την επιστολή διαζυγίου και ότι πρέπει να αναφέρω την υπόθεση στον δήμαρχο για να την παντρευτώ. Εδώ είναι το δημαρχείο, για να δηλώσω τι έγινε.»
Ο δήμαρχος ακούγοντας τον Αν Σιουσί, λέει, «Ποιος κάνει θόρυβο έξω;»
Ο Αν Σιουσί μπήκε μέσα και είπε, «Με λένε Αν Σιουσί. Είμαι αρραβωνιασμένος με την Σονγκ Γιντζάνγκ αλλά ο Τζόου Σε από την πόλη Τζενγκτζόου άρπαξε την νύφη μου ως δική του. Παρακαλώ τον κύριο δήμαρχο να διασφαλίσει την δίκη για μένα.»
Ο δήμαρχος ρώτησε, «Έχετε προξενήτρα;»
Ο Αν Σιουσί είπε, «Ναι, η Τζάο Παν'έρ είναι προξενήτρα μας.»
Ο δήμαρχος ρώτησε, «Τζάο Παν'έρ, είπες ότι η Σονγκ Γιντζάνγκ έχει ήδη άνδρα. Ποιος είναι;»
Η Παν'έρ απάντησε, «Είναι ο λόγιος Αν Σιουσί.»
Ο δήμαρχος συνέχισε, «Και εσύ είσαι η προξενήτρα τους;»
Η Παν'ερ είπε, «Ναι, η ίδια.»
Έτσι ο δήμαρχος είπε, «Τζόου Σε, η Σονγκ Γιντζάνγκ έχει σύζυγο. Πώς μπορείς να πεις ψέματα ότι είναι γυναίκα σου; Έκλεισα την υπόθεση. Ο Τζόου Σε να τιμωρηθεί με 60 ξυλιές. Η Σονγκ Γιντζάνγκ να γυρίσει σπίτι με τον σύζυγό της τον λόγιο Αν.»
Και οι τέσσερις ευχαριστούν τον δήμαρχο.
[Τελειώνει η τέταρτη σκηνή.]
[Τελειώνει το θέατρο.]
① Στην αρχαία Κίνα, ο δήμαρχος ήτανε υπεύθυνος να αποφασίζει και για τις νομικές υποθέσεις, δηλαδή ήτανε επίσης και δικαστής.