Κινεζικό θέατρο (10) --- Η Διάσωση της Εταίρας (2ο μέρος)

2017-05-05 11:41:12     Caoxiuyuan

Όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο άρθρο, ο νεαρός λόγιος Αν Σιουσί όταν έμαθε ότι η αγαπημένη του τραγουδίστρια Σονγκ Γιντζάνγκ θα παντρευτεί με το πλουσιόπαιδο Τζόου Σε, πήγε να ζητήσει από την Τζάο Παν'έρ, η οποία ήτανε καλή φίλη της Γιντζάνγκ και επίσης μια πόρνη, να μιλήσει με την Γιντζάνγκ για να της αλλάξει γνώμη.

Η Παν'έρ εμφανίζεται στην σκηνή και συναντά την Γιντζάνγκ που ετοιμάζεται. Αμέσως ρωτά, «Αδελφή πού πας, για ραντεβού;»

Η Γιντζάνγκ απάντησε, «Δεν πάω για ραντεβού. Πάω να παντρευτώ.»

Η Παν'έρ είπε, «Α, καλά. Συμπτωματικά και εγώ ήρθα να σου φτιάξω γάμο.»

Η Γιντζάνγκ ρώτησε, «Με ποιον;»

Η Παν'έρ είπε, «Με τον Λόγιο Αν. Ήσασταν ερωτευμένοι.»

Η Γιντζάνγκ γελώντας της απαντά, «Χαχα, ωραία. Όταν θα είμαστε ζητιάνοι, με το τραγούδι μου θα μπορούμε να κερδίσουμε την συμπάθεια.»

Η Παν'ερ ρωτά, «Ποιον θα παντρευτείς τότε;»

Η Γιντζάνγκ απάντησε, «Τον Τζόου Σε.»

Η Παν'έρ είπε, «Είσαι ακόμα μικρή για να παντρευτείς. Μην βιάζεσαι.»

Η Γιντζάνγκ είπε, «Τι μικρή; Αργά ή γρήγορα πρέπει να παντρευτώ για να απομακρυνθώ από την φήμη της πόρνης.»

Η Παν'έρ είπε, «Αδελφή μου, οι σύζυγοι μάλλον δεν είναι τόσο γλυκοί όσο εκείνοι που συχνάζουν στους οίκους ανοχής, αλλά και εκείνοι μάλλον δεν είναι τόσο καλοί σύζυγοι. Συνήθως εκφράζονται με ψεύτικα γλυκόλογα, δηλαδή οι χαρακτήρες τους μπροστά σου δεν είναι οι πραγματικοί, με τα καθημερινά τους χαρακτηριστικά. Γιατί θες να τον παντρευτείς;»

Η Γιντζάνγκ είπε, «Επειδή μου φέρεται πολύ καλά, γι'αυτό θέλω να τον παντρευτώ.»

Η Παν'ερ ρώτησε, «Πως σου φέρεται πολύ καλά;»

Η Γιντζάνγκ είπε, «Όλο τον χρόνο, το καλοκαίρι όταν παίρνω υπνάκο το μεσημέρι, μου κάνει αέρα με την βεντάλια. Το χειμώνα ζεσταίνει πρώτα το κρεβάτι μου για να ξεκουραστώ. Όταν πάω σε ραντεβού, με βοηθάει να ντυθώ. Θέλω να τον παντρευτώ επειδή μου φέρεται τόσο καλά.»

Η Παν'έρ χαμογέλασε, «Δεν μπορώ να μην γελάσω ακούγοντας για ποιους λόγους θέλεις να τον παντρευτείς, γλυκούλα μου. Κάνοντας αέρα το καλοκαίρι όταν κοιμάσαι, ζεσταίνοντας το κρεβάτι και τα ρούχα σου τον χειμώνα, αφαιρώντας τα ψαροκόκαλα κατά το δείπνο, βοηθώντας σε να ντυθείς και να φορέσεις τα κοσμήματα, όλα αυτά είναι τα ψεύτικα πράγματα που σου είπα. Αλλά οι κοπέλες στους οίκους ανοχής δελεάζονται από αυτά. Νομίζεις ότι εκείνος είναι πολύ γλυκός αλλά όταν θα σε παντρευτεί, στο σπίτι του μετά από έξι μήνες ή ένα χρόνο, θα σε πετάξει. Θα σε χτυπά, θα σε βρίζει, θα κλαις κάθε στιγμή. Εκείνη την στιγμή, θα είναι ήδη αργά σαν μια βάρκα που χρειάζεται να επισκευάσει τις τρύπες στα μέσα του ποταμού. Να το σκεφτείς καλά πριν, να μην μετανιώσεις αργότερα.»

Η Παν'έρ συνέχισε, «Αδελφή μου, την μέρα που θα φας ξύλο, μην μου ζητήσεις βοήθεια.»

Η Γιντζάνγκ είπε, «Ποτέ δεν θα σου ζητήσω βοήθεια ακόμα και άμα υποφέρω θανάσιμα.»

Ο Τζόου Σε ανέβηκε στην σκηνή και είπε στους υπηρέτες να δείξουν τα δώρα. Είδε την Παν'έρ, και είπε, «Δεν είσαι η αδελφή Παν'έρ; Επίτρεψέ μου να σε κεράσω τσάι και εδέσματα.»

Η Παν'έρ είπε, «Με κερνάς; Έλα εσένα περίμενα, η οικογένειά μου έχει πεθάνει της πείνας.»

Ο Τζόου Σε τότε είπε, «Θέλω να μου φτιάξεις ένα γάμο, σε παρακαλώ.»

Η Παν'έρ ρώτησε, «Με ποια;»

Ο Τζόου Σε είπε, «την Σονγκ Γιντζάνγκ.»

Η Παν'έρ συνεχίζοντας την ειρωνεία, «Α, τι μου λες, θες να φτιάξω για την αδελφή μου ένα γάμο όπου κάθε μέρα θα υφαίνει, θα ράβει, θα κεντά, θα μαγειρεύει, θα καθαρίζει και θα γεννά πολλά παιδιά;»

Ο Τζόου Σε είπε, «Δεν χρειάζεται να ακούσω τα αστεία σου. Μου έχει ήδη υποσχεθεί γάμο.»

Η Παν'έρ βγήκε έξω από το σπίτι της Γιντζάνγκ.

Ο λόγιος Αν ανέβηκε στην σκηνή και της είπε «αδελφή, πως πάει;»

Η Παν'έρ είπε, «Πεισματάρης σαν πέτρα.»

Ο Αν είπε, «Μάλιστα… Τότε να φύγω. Θα πάω στις αυτοκρατορικές εξετάσεις.»

Η Παν'έρ είπε, «Περίμενε. Να μείνεις εδώ για λίγο ακόμα. Μάλλον θα σε χρειαστώ.»

Ο Αν είπε, «Εντάξει. Θα μείνω στο ξενοδοχείο.»

Ο Αν κατέβηκε από την σκηνή.

Η Παν'έρ μονολογώντας, «Τι σκέφτεσαι αδελφή μου; Ένας λόγιος ετοιμάζει τα νυφικά και θέλει να σε παντρευτεί. Θα γίνεις κυρία ενός αξιωματούχου. Εσύ όμως προτιμάς να γίνεις γυναίκα ενός εμπόρου.» (1)

Ο Τζόου Σε και η Γιντζάνγκ ανακοινώνουν, «Αποχαιρετάμε την μαντάμ και πάμε στην πόλη Τζενγκτζόου.»

Και οι δύο κατεβαίνουν από την σκηνή.

[Τέλος της πρώτης πράξης.]

(1) Σε πολλά κρατίδια της αρχαίας Κίνας, ο έμπορος δεν είχε μια τόσο υψηλή κοινωνική θέση όσο ένας λόγιος.