Όπως αναφερθήκαμε προηγουμένως, το κακομαθημένο πλουσιόπαιδο Γιάνγκ ήταν στον δρόμο για να σκοτώσει τον Μπάι και να αρπάξει την Ταν. Με την είδηση αυτή, μετά από τις ανησυχίες και τους φόβους, η Ταν σκέφτηκε μια καλή ιδέα.
[Τρίτη σκηνή:]
Ο Τζανγκ, ακόλουθος του Γιανγκ, είπε, «Κύριε έχουμε περάσει τα σύνορα της πόλης Ταντζόου. Μπροστά είναι το λιμανάκι.»
Ο Γιανγκ απάντησε, «Πες τον πλοίαρχο να αγκυροβολήσει το πλοίο.»
Οι ακόλουθοι Τζανγκ και Λι μετέφεραν τρόφιμα στο λιμάνι και κανόνισαν το τραπέζι, λέγοντας, «Παρακαλούμε, πιείτε κρασί και απολαύστε το φεγγάρι, κύριε.»
Όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη ιστορία, εκείνη την ημέρα ήταν το Μέσο-Φθινοπωρινό Φεστιβάλ, κατά το οποίο οι Κινέζοι βρίσκονται με την οικογένειά τους και απολαμβάνουν τη θέα του φεγγαριού.
Ο Γιανγκ είπε, «Πράγματι είναι ένα ιστορικό αξιοθέατο.»
Ο ακόλουθος Τζανγκ απόρησε, «Μόλις γελάσατε, γιατί τώρα αναστενάζετε, κύριε δήμαρχε;»
Ο ακόλουθος Τζανγκ αποκρίθηκε, «Απολύτως. Όλοι οι αξιωματούχοι και οι επιβάτες απολαμβάνουν το θέαμα του ποταμού εδώ.»
Ο Γιανγκ γέλασε δυνατά, «χαχαχα.»
Ο ακόλουθος Τζανγκ ρώτησε, «Γιατί γελάτε;»
Ο Γιανγκ είπε, «Αύριο ο βλάκας Μπάι θα σκοτωθεί. Η πανέμορφη Ταν Τζιέρ θα είναι δική μου γυναίκα. Γιατί να μην γελάω; Αφήνω τον Μπάι να ζήσει για άλλη μια νύχτα.»
Ο ακόλουθος Τζανγκ είπε, «Είστε καλόκαρδος, κύριε.»
Ο Γιανγκ κάθισε και απάντησε, «Σήμερα είμαι αυτοκρατορικός αποστολέας, αύριο θα είμαι ο νέος δήμαρχος της πόλης Ταντζόου. Πρέπει να με φωνάζετε 'κύριε δήμαρχε'!»
Οι ακόλουθοι Τζανγκ και Λι απάντησαν, «Μάλιστα, κύριε δήμαρχε.»
Ο Γιανγκ αναστέναξε.
Ο ακόλουθος Τζανγκ απόρησε, «Μόλις γελάσατε, γιατί τώρα αναστενάζετε, κύριε δήμαρχε;»
Ο Γιανγκ είπε, «Χαζέ, σήμερα είναι το Μέσο-Φθινοπωρινό Φεστιβάλ, δε θα ήταν καλύτερα αν με συνόδευαν μερικές ομορφούλες; Ποτέ δεν έχω πιεί κρασί μόνος μου.»
Ο ακόλουθος Τζανγκ απάντησε, «Είναι πολύ αργά, κύριε δήμαρχε. Εξάλλου είμαστε στην όχθη του ποταμού. Πού να σας βρω ομορφούλες; Ελάτε, πιείτε λίγο ακόμα. Να απολαύσετε το θέαμα του ποταμού και του φεγγαριού.»
Ο Γιανγκ είπε, «Έτσι, πήγαινε να διώξεις τους ψαράδες. Ο κύριος δήμαρχος πίνει κρασί εδώ, οι ψαράδες στον ποταμό με ενοχλούν.»
Οι ακόλουθοι Τζανγκ και Λι φώναξαν τους ψαράδες να φύγουν μακριά.
Η Ταν Τζιέρ ντυμένη ψαράς ανέβηκε στην σκηνή, μονολογώντας, «Βλέποντας τον τρελό κακοποιό πώς μπορώ να μην οργιστώ; Με την εξουσία του πατέρα του έκανε σκευωρίες εις βάρος του άνδρα μου. Για να σώσω τον άνδρα μου ήρθα η ίδια στο λιμανάκι. Προτού φύγω έφερα μαζί μου ένα μαχαίρι ντυμένη ως ψαράς. Με χαμόγελο θα πνίξω τον θυμό μου.»
Η Ταν φώναξε δυνατά, «Ψάρια, ψάρια! Θέλει κανείς ψάρια;»
Ο Γιανγκ είπε στον ακόλουθο Τζανγκ, «Άκουσες την φωνή μιας γυναίκας; Πήγαινε να δεις ποια είναι.»
Ο Γιανγκ είπε στον ακόλουθο Τζανγκ, «Άκουσες την φωνή μιας γυναίκας; Πήγαινε να δεις ποια είναι.»
Ο ακόλουθος Τζανγκ βγήκε έξω και είδε την Ταν, γύρισε και απάντησε στον Γιάνγκ, «Είναι μια γυναίκα που πουλά τα ψάρια της, κύριε δήμαρχε.»
Ο Γιανγκ είπε, «Μια γυναίκα; Λουλούδια που πέφτουν στα ίδια μου τα χέρια! Φώναξέ την εδώ.»
Ο ακόλουθος Τζανγκ πήγε στην Ταν και είπε, «Εσύ! Πω πω, τι ωραία γυναίκα! Δεν ξέρεις ότι ο αυτοκρατορικός αποστολέας είναι εδώ; Γιατί ήρθες και ενοχλείς;»
Η Ταν ρώτησε, «Παρακαλώ, είναι ο κύριος Γιανγκ καθισμένος εκεί;»
Ο ακόλουθος Τζανγκ απάντησε, «Ακριβώς. Εσύ πώς το ξέρεις;»
Η Ταν είπε, «Είδα το πλοίο. Ποιος άλλος θα ήτανε εκτός από τον αποστολέα;»
Η Ταν φώναξε δυνατά, «Ψάρια, ψάρια! Θέλει κανείς ψάρια;»
Ο ακόλουθος Τζανγκ συνέχισε, «Σήμερα είναι τυχερή μέρα για σένα. Ο κύριος θέλει να σε συναντήσει. Έλα μαζί μου.»
Έτσι η Ταν ακολουθώντας τον Τζανγκ ανέβηκε και χαιρέτισε τον Γιανγκ.
Ο Γιανγκ είπε στον Τζανγκ, «Πες της να σηκώσει το κεφάλι της, για να δω το πρόσωπο.»
Ο Τζανγκ διέταξε την Ταν, «Σήκωσε το κεφάλι σου. Ο κύριος θέλει να σε δει.»
Ο Γιανγκ μονολόγησε, «Είδα τον ψαρά να είναι μια πανέμορφη γυναίκα σαν να κατεβαίνει από τον ουρανό.»
Όταν την κοίταξε περισσότερο, ο Γιανγκ είχε αμφιβολίες και έτσι ρώτησε, «Αχ, μου φαίνεσαι γνωστή. Είσαι…»
Τι θα απαντήσει η Ταν; Θα την αναγνωρίσει ο Γιανγκ; Θα μάθετε στη συνέχεια.