Η παροιμία «καθώς το αλογάκι της Παναγίας κυνηγά το τζιτζίκι, ο φλώρος είναι πίσω του» προέρχεται από το φιλοσοφικό έργο «Τζουάνγκ Τσε», αλλά στο έργο «Σουό Γιουάν» (κυριολεκτικά: πάρκο ομιλίας) της Δυναστείας των Δυτικών Χαν σημειώνεται η ιστορία της με περισσότερες λεπτομέρειες και αναφέρεται ότι η αφήγησή της κατάφερε να σταματήσει ένα πόλεμο.
Ο βασιλιάς του Γου σχεδίαζε να επιτεθεί στο Τσου, προειδοποιώντας την αυλή του ότι όποιος προσπαθήσει να τον αποθαρρύνει θα τον εκτελούσε. Ένας νεαρός ακόλουθος του βασιλιά ήθελε να τον μεταπείσει αλλά δεν τολμούσε. Έτσι για τρεις μέρες συνεχώς κάθε πρωί άρχισε να περπατά στον αυτοκρατορικό κήπο έχοντας μαζί του σφεντόνα και πέτρες. Η υγρασία έβρεχε τα ρούχα και τα παπούτσια του. Ο βασιλιάς παραξενεύτηκε και τον ρώτησε, «γιατί κάνεις έτσι και βρέχονται τα ρούχα σου;» Ο νεαρός τότε απάντησε, «στον κήπο είδα ένα δέντρο, στο οποίο υπάρχει συνήθως ένα τζιτζίκι. Το τζιτζίκι παραμένει στο δέντρο τραγουδώντας και πίνοντας την δροσιά χωρίς να ξέρει ότι πίσω του υπάρχει ένα αλογάκι της Παναγίας. Το αλογάκι της Παναγίας σπεύδει να κυνηγήσει το τζιτζίκι χωρίς να ξέρει ότι υπάρχει ένας φλώρος κοντά του. Ο φλώρος, απλώνοντας τον λαιμό του, σχεδιάζει να ραμφίσει το αλογάκι της Παναγίας, χωρίς να ξέρει ότι κάτω από το δέντρο υπάρχει ένας άνθρωπος που θέλει να τον χτυπήσει με την σφεντόνα. Αυτά τα τρία προσπαθούν με όλη τους δύναμη να αποκτήσουν ό,τι θέλουν χωρίς να σκέφτονται ότι υπάρχουν κρυφές συμφορές.» Ο βασιλιάς αφού άκουσε αυτά είπε, «καλά.» και αργότερα ακύρωσε την εκστρατεία.
Η παροιμία αυτή συμβολίζει τους κοντόφθαλμους ανθρώπους που κυνηγάνε τα οφέλη μπροστά τους χωρίς να σκεφτούν τους κινδύνους πίσω τους. Για παράδειγμα, μπορούμε να πούμε, «η επιχείρηση είναι σαν τον πόλεμο. Πρέπει να είσαι πολύ προσεκτικός. Ποτέ μην ξεχνάς ότι καθώς το αλογάκι της Παναγίας κυνηγά το τζιτζίκι, ο φλώρος είναι πίσω του.»