Όπως αναφέραμε στο προηγούμενο μέρος, το κακομαθημένο πλουσιόπαιδο Γιάνγκ οργίστηκε όταν έμαθε ότι η Ταν Τζιέρ είχε φύγει με τον άνδρα της τον Μπάι Σιτζόνγκ στην πόλη Ταντζόου. Κατέφερε να εξαπατήσει τον πατέρα του που ήταν δεξιό χέρι του αυτοκράτορα ώστε να σκοτώσει τον Μπάι. Ένας φύλακας του πρωθυπουργού ανέλαβε την αποστολή του Γιάνγκ να φτάσει στην Ταντζόου και να ενημερώσει τον Μπάι.
Ο Μπάι κρατώντας το γράμμα με την τραγική είδηση, περπατούσε νευρικά στο δωμάτιο, μην ξέροντας αν πρέπει να το πει στην Ταν ή όχι. Μονολόγησε, «Αν της το πω, θα ανησυχήσει πολύ. Αν δεν της το πω, αύριο αν σκοτωθώ δεν θα ξέρει τι έχει συμβεί στον άνδρα της.»
Η Ταν βέβαια πρόσεξε την ασυνήθιστη συμπεριφορά του Μπάι. Μονολόγησε, «Θα τον ρωτήσω κατευθείαν.»
Η Ταν βέβαια πρόσεξε την ασυνήθιστη συμπεριφορά του Μπάι. Μονολόγησε, «Είδα τον άνδρα μου να κρατά στο χέρι του ένα γράμμα, βηματίζοντας πάνω κάτω και αναστενάζοντας. Ποιος έστειλε το γράμμα; Γιατί ανησυχεί τόσο πολύ; Τι είναι αυτό που θέλει να μου κρύψει; Μήπως… Τι κάθομαι και φαντάζομαι διάφορα! Θα τον ρωτήσω κατευθείαν.»
Η Ταν μπήκε στο δωμάτιο, είπε, «Αγάπη μου, γιατί δεν πήρες το μεσημεριανό σου ύπνο;»
Ο Μπάι απάντησε, «Είμαι ενοχλημένος. Δεν θέλω να σε αναστατώσω κι εσένα αγάπη μου.»
Η Ταν είπε, «Σήμερα είναι το Μέσο-φθινοπωρινό Φεστιβάλ. Είναι γιορτή χαράς και επανένωσης. Τι πράγμα σε ενοχλεί;»
Ο Μπάι προσπάθησε να αποφύγει την απάντηση λέγοντας, «… Δεν είναι τίποτα. Τίποτα σημαντικό.»
Η Ταν συνέχισε, «Κάτι σχετικό με το γράμμα; Είδα να κρατάς ένα γράμμα.»
Ο Μπάι είπε, «Είναι ένα χαιρετιστήριο γράμμα. Μην ανησυχείς.»
Η Ταν απάντησε, «Μην λες χαιρετιστήριο γράμμα! Μάλλον είσαι παντρεμένος και με άλλη γυναίκα. Τώρα που έμαθε ότι με παντρεύτηκες, σου έγραψε για να σε απειλήσει, έτσι δεν είναι;»
Η Ταν συνέχισε, «Κάτι σχετικό με το γράμμα; Είδα να κρατάς ένα γράμμα.»
Ο Μπάι ξαφνιάστηκε, «Τι ανοησίες είναι αυτά που λες;!»
Η Ταν είπε, «Μάλλον είναι η πρώτη σύζυγός σου που έστειλε το γράμμα κατηγορώντας εσένα για τον γάμο μας!»
Ο Μπάι αποκρίθηκε, «Όλα αυτά είναι καθαρές εικασίες!»
Η Ταν συνέχισε, «Σε περιμένει στην γενέτειρά σου, αλλά εσύ απατάς και αυτήν και εμένα!»
Ο Μπάι διαμαρτυρήθηκε, «Είμαι αδικημένος!»
Η Ταν είπε, «Τώρα θα έρθει να σε βρει. Γι' αυτό ανησυχείς τόσο!»
Ο Μπάι τη ρώτησε, «Από που σου ήρθε η ιδέα αυτή;»
Η Ταν αντέδρασε, «Μην ανησυχείς. Όταν έρθει αυτή, θα φύγω εγώ. Δεν θέλω να χωρίσω ένα ευτυχισμένο ζευγάρι.»
Ο Μπάι είπε, «Κυρία μου, που να έχω άλλη σύζυγο; Πέθανε εδώ και τρία χρόνια. Μην μου τα κάνεις όλα πιο δύσκολα.»
Η Ταν συνέχισε, «Δεν σε πιστεύω πια με όλα αυτά τα ψέματα!»
Ο Μπάι είπε, «Έλα να διαβάσεις το γράμμα η ίδια.»
Ο Μπάι είπε, «Έλα να διαβάσεις το γράμμα η ίδια.»
Η Ταν διάβασε το γράμμα με την τραγική είδηση προσεκτικά. Ανησύχησε πολύ αλλά έκρυψε τους φόβους της για να μην ανησυχήσει πιο πολύ ο άνδρας της.
Ο Μπάι είπε, «Κυρία μου. Ενημερώθηκα μόλις ότι το πλοίο του κακοποιού αυτού αγκυροβόλησε κοντά σε ένα λιμανάκι. Αύριο το πρωί θα φτάσει εδώ. Δεν μπορούμε να περιμένουμε μέχρι την τελευταία στιγμή. Πρέπει να κάνουμε κάτι!»
Ρώτησε η Ταν, «… Αγάπη μου, τι ώρα είναι τώρα;»
Ο Μπάι απάντησε, «Είναι ήδη απόγευμα.»
Η Ταν είπε, «Καλά, καλά.»
Ο Μπάι απόρησε, «Τι καλά; Σύντομα θα χωριστούμε από τον θάνατο!»
Η Ταν τον καθησύχασε, «Αγάπη μου, μην ανησυχείς. Έχω ήδη μια καλή ιδέα. Δεν είναι μια οροσειρά που καταρρέει μπροστά μας και δεν μπορούμε να την στηρίξουμε ή να αποφύγουμε. Ούτε κολλήσαμε καμιά ανίατη ασθένεια και περιμένουμε τον θάνατο. Έχω μια υπέροχη ιδέα.»
Ο Μπάι ρώτησε, «Τι υπέροχη ιδέα;»
Η Ταν τον καθησύχασε, «Αγάπη μου, έχω μια υπέροχη ιδέα.»
Η Ταν του εκμυστηρεύτηκε, «Απόψε θα ντυθώ ψαράς και θα πάω σε αυτό το λιμανάκι. Θα ελέγξω την κατάσταση του κακοποιού αυτού, και με την κατάλληλη ευκαιρία, θα…..»
Τα υπόλοιπα τα ψιθύρισε στον Μπάι.
Ο Μπάι αποκρίθηκε, «Όχι, όχι, αγάπη μου. Ο κακοποιός εκείνος είναι πονηρός σαν αλεπού. Είναι πολύ επικίνδυνο. Πρέπει να σκεφτούμε ένα άλλο σχέδιο.»
Η Ταν είπε, «Σ' αυτή την επείγουσα στιγμή τι άλλο να σκεφτούμε; Αυτό είναι! Ετοίμασε ένα παλανκίνο να με πάει στο λιμανάκι. Επίσης, ετοίμασε μια βάρκα κρυμμένη στα καλάμια εκεί κοντά, περιμένοντας το σήμα μου να με ξαναπάρει πίσω.»
Ο Μπάι απάντησε, «Ανησυχώ πολύ…»
Η Ταν τον ηρέμησε λέγοντας, «Έλα, χαλάρωσε. Πάω να ετοιμαστώ. Πήγαινε να ετοιμάσεις αυτά που σου είπα.»
Οι δύο βγήκαν από το δωμάτιο.
[Τελειώνει η δεύτερη σκηνή]
Στην συνέχεια θα μιλήσουμε για το σχέδιο της Ταν.