Κινεζικοί Λαϊκοί Μύθοι (45) – βυθισμένο σεντούκι γεμάτο θησαυρούς (τέλος)

2016-12-30 15:26:49     Caoxiuyuan

Όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο, όταν ο Λι ανέφερε στην Σινιάνγκ την «καταπληκτική» ιδέα που του πρότεινε ο Σουν Φου – δηλαδή ότι, «για το καλό του Λι» ο Σουν Φου θα προσέφερε στον Λι χίλια Λιάνγκ ασήμι ως ανταλλαγή για την Σινιάνγκ - η Σινιάνγκ προς έκπληξή μας συμφώνησε, χωρίς κανένα δισταγμό.

Την επόμενη μέρα πριν καλά-καλά ξημερώσει, η Σινιάνγκ σηκώθηκε για να ντυθεί και να βαφτεί, λέγοντας ότι, «σήμερα θα καλωσορίσω τον νέο και θα αποχαιρετήσω τον παλιό. Είναι μια πολύ ιδιαίτερη μέρα και το μακιγιάζ πρέπει να το κάνω με πολλή προσοχή.» Έτσι ντύθηκε με τα καλύτερα ενδύματα και κοσμήματα που είχε και βάφτηκε με περισσότερη προσοχή από ποτέ. Όταν τελείωσε, ήτανε τόσο όμορφη σαν θεά που είχε κατέβει μόλις από τον ουρανό.

Έτσι ντύθηκε με τα καλύτερα ενδύματα και κοσμήματα που είχε και βάφτηκε με περισσότερη προσοχή από ποτέ.

Το ξημέρωμα, ο Σουν Φου έστειλε τον υπηρέτη στην βάρκα του Λι να περιμένει την απάντηση του Λι για το σχέδιο που του είχε προτείνει.

Η Σινιάνγκ κρυφοκοίταζε τον αγαπημένο της Λι, ο οποίος φαινόταν να είναι στα κρυφά χαρούμενος και ανακουφισμένος. Τότε η Σινιάνγκ του είπε να ενημερώσει αμέσως τον Σουν ώστε να πάρει γρήγορα το ασήμι.

Ο Λι πήγε ο ίδιος στο πλοίο του Σουν και του είπε ότι και η Σινιάνγκ συμφώνησε με το σχέδιο.

Ο Σουν απάντησε, «το ασήμι είναι εύκολο να το στείλω αλλά θα χρειαστώ την προίκα της ως υπόσχεση.»

Ο Λι γύρισε στην βάρκα και το ανέφερε στην Σινιάνγκ. Η Σινιάνγκ απάντησε, «πάρε αυτό», δείχνοντας το σεντούκι που είχε φέρει μαζί της από την πρωτεύουσα.

Η Σινιάνγκ έλεγξε το ασήμι να είναι καλής ποιότητας και σωστού βάρους.

Ο Σουν τότε με μεγάλη χαρά έστειλε τους υπηρέτες να μεταφέρουν τα χίλια Λιάνγκ ασήμι, δηλαδή περίπου 90 χιλιάδες ευρώ σήμερα, στην βάρκα του Λι.

Η Σινιάνγκ έλεγξε το ασήμι να είναι καλής ποιότητας και σωστού βάρους. Βγήκε έξω από την καμπίνα και στηριζόμενη στην βάρκα, και έγνεψε στον Σουν με το χέρι της.

Ο Σουν βλέποντας την πανέμορφη Σινιάνγκ ένιωσε σαν μεθυσμένος με την ψυχή του να έχει πετάξει από το σώμα του.

Η Σινιάνγκ του είπε, «μπορείς να στείλεις πίσω το σεντούκι μια στιγμή, ξέχασα την άδεια ταξιδιού (1) του Λι μέσα. Πρέπει να του την δώσω.»

Ο Σουν θεωρούσε ότι είχε σίγουρη την Σινιάνγκ και έστειλε τους υπηρέτες να φέρουν το σεντούκι, δηλαδή την προίκα της, πίσω στην βάρκα της και το τοποθέτησαν στο μπροστινό μέρος.

Η Σινιάνγκ πήρε το κλειδί και άνοιξε το σεντούκι, το οποίο μέσα ήταν γεμάτο κουτιά.

«Άνοιξε το πρώτο κουτί, αγάπη μου» είπε στον Λι.

Όταν ο Λι άνοιξε το πρώτο κουτί, ανακάλυψε ότι ήταν γεμάτο με πανάκριβα κοσμήματα από πολύτιμους λίθους και μαργαριτάρια, τα οποία άξιζαν τουλάχιστον εκατοντάδες Λιάνγκ ασήμι.

Η Σινιάνγκ πήρε το κουτί από τα χέρια του Λι και ξαφνικά το πέταξε στον ποταμό.

Η Σινιάνγκ πήρε το κουτί από τα χέρια του Λι και ξαφνικά το πέταξε στον ποταμό.

Ο Λι, ο Σουν και όλοι οι άλλοι στα δύο πλοία έμειναν έκπληκτοι.

Η Σινιάνγκ διέταξε τον Λι να συνεχίσει και ο Λι πήρε το δεύτερο κουτί, το οποίο ήταν γεμάτο από μουσικά όργανα φτιαγμένα από χρυσό, νεφρίτη και άλλα πολύτιμα υλικά. Ο Λι συνέχισε και το τρίτο συρτάρι ήταν γεμάτο από αντίκες με νεφρίτη, χρυσό, ασήμι και ούτω καθεξής.

Όλα αυτά άξιζαν χιλιάδες Λιάνγκ ασήμι. Αλλά η Σινιάνγκ τα πέταξε όλα στον ποταμό. Ο κόσμος μαζεύτηκε στην όχθη και άρχισε να φωνάζει «μα τι κρίμα» αλλά κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει τι είχε συμβεί.

Η Σινιάνγκ έβγαλε έξω το τελευταίο κουτί που ήταν κλειδωμένο. Όταν το άνοιξε, ο κόσμος είδε μέσα μεγάλα μαργαριτάρια, σμαράγδια και άλλους πολύτιμους λίθους που κανείς δεν είχε δει ποτέ. Η αξία του κουτιού ήτανε ανεκτίμητη.

Ο κόσμος άρχισε να ζητωκραυγάζει και να χειροκροτεί.

Ο κόσμος άρχισε να ζητωκραυγάζει και να χειροκροτεί.

Η Σινιάνγκ ήταν έτοιμη να το πετάξει και αυτό στον ποταμό αλλά ο Λι, ο οποίος είχε μετανιώσει πικρά, άρχισε να κλαίει και προσπάθησε να αγκαλιάσει την Σινιάνγκ.

Ο Σουν Φου προσπάθησε να τους καθησυχάσει.

Η Σινιάνγκ όμως έδιωξε τον Λι και φώναξε στον Σουν, «ο Λι και εγώ περάσαμε τόσες δυσκολίες. Δεν φτάσαμε εδώ εύκολα. Εσύ για τον πόθο που ένιωσες για μένα, κατάφερες να πείσεις τον Λι να ξεχάσει την αγάπη μας και να καταστρέψει την σχέση μας. Είσαι εχθρός μου και σε μισώ. Όταν πεθάνω, θα αναφέρω στους θεούς το πόσο πονηρός είσαι και τι σχέδιο κατάστρωσες για να πάρεις στο κρεβάτι σου!

Η Σινιάνγκ ήταν έτοιμη να το πετάξει και αυτό στον ποταμό αλλά ο Λι, ο οποίος είχε μετανιώσει πικρά, άρχισε να κλαίει και προσπάθησε να αγκαλιάσει την Σινιάνγκ. Ο Σουν Φου προσπάθησε να τους καθησυχάσει.

Στην συνέχεια γύρισε στον Λι και του είπε «πέρασα χρόνια στον οίκο ανοχής και έχω αρκετές προσωπικές οικονομίες για να εξασφαλίσω την ζωή μου. Αφότου σε συνάντησα αγάπη μου, υποσχεθήκαμε ο ένας στον άλλο να αγαπιόμαστε μέχρι να πεθάνουμε. Προτού φύγουμε από την πρωτεύουσα, έκρυψα στο σεντούκι με τα δώρα που μου έδωσαν οι φίλες μου, θησαυρούς αξίας άνω των δέκα χιλιάδων Λιανγκ ασήμι. Σχεδίαζα να φέρω το σεντούκι στο σπίτι σου. Ήλπιζα ότι οι γονείς σου θα με συμπαθούσαν και θα με δέχονταν ως παλλακίδα σου. Αν γινόταν αυτό θα έφευγα από τον κόσμο χωρίς λύπη στην ψυχή μου.»

«Δυστυχώς όμως εσύ δεν είχες τόση πίστη και αγάπη για εμένα και άλλαξες αμέσως γνώμη ακούγοντας τα λόγια ενός ξένου. Με εγκατέλειψες στα μισά του δρόμου και ράγισες την καρδιά μου. Τώρα μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου, άνοιξα το σεντούκι για να σου δείξω, αγάπη μου, ότι χίλια Λιάνγκ ασήμι δεν είναι κάτι ιδιαίτερο. Έχω τα πάντα αλλά εσύ δεν έχεις μάτια να τα δεις. Η μοίρα δεν με ευνόησε. Βασανίστηκα στο πορνείο για χρόνια αλλά μόλις ελευθερώθηκα, εγκαταλείφτηκα στον δρόμο. Σήμερα οι άνθρωποι που βρίσκονται εδώ μπορούν να καταλάβουν με τα μάτια και τα αυτιά τους, ότι δεν παράτησα εγώ τον αγαπημένο μου, ο αγαπημένος μου είναι αυτός που με παράτησε!»

Ο κόσμος που είχε κατάλαβε πλέον τι συνέβη, άρχισε να βρίζει τον Λι, αχάριστο και άκαρδο.

Ο Λι ντροπιασμένος και πικραμένος, μετανιώνοντας και κλαίγοντας, ήθελε να ζητήσει συγγνώμη από την Σινιάνγκ.

Όμως εκείνη την στιγμή, η Σινιάνγκ κρατώντας το τελευταίο κουτί, πήδηξε στον ποταμό.

Ο κόσμος προσπάθησε να την σώσει αλλά η Σινιάνγκ χάθηκε στο ρεύμα.

Το πλήθος τότε θύμωσε πολύ και ήθελε να χτυπήσει τον Σουν και τον Λι, οι οποίοι γρήγορα διέφυγαν ο καθένας στο πλοιάριό του.

Έτσι η πασίγνωστη Σινιάνγκ έχασε την ζωή της στον ποταμό, πάνω στον δρόμο που νόμιζε ότι πήγαινε σε ένα ευτυχισμένο μέλλον.

Ο κόσμος προσπάθησε να την σώσει αλλά η Σινιάνγκ χάθηκε στο ρεύμα.

Τι απέγιναν όμως ο Λι και ο Σουν; Ο Λι στην βάρκα του, κοιτάζοντας τα χίλια Λιάνγκ ασήμι που του θύμιζε την Σινιάνγκ, ένιωθε ντροπιασμένος. Στο τέλος αρρώστησε από κατάθλιψη και δεν ανάρρωσε ποτέ στην ζωή του.

Ο Σουν από την άλλη πλευρά, αρρώστησε σοβαρά από εκείνη την μέρα αφού άρχισε να βλέπει το φάντασμα της Σινιάνγκ να στέκεται δίπλα του καθημερινά και να τον βρίζει. Πέθανε σύντομα.

Ένας άλλος νεαρός όμως, ο Λιού Γιουτσούν, ο οποίος στην πρωτεύουσα είχε δανειστεί 150 Λιάνγκ ασήμι από τους δικούς του φίλους και συγγενείς για να το δώσει στο κατατρεγμένο ζευγάρι ώστε να ελευθερωθεί η Σινιάνγκ από τον οίκο ανοχής, όταν τελείωσε τις σπουδές του στην Αυτοκρατορική Σχολή γύρισε στην γενέτειρά του. Στον δρόμο της επιστροφής σταμάτησε στο ίδιο λιμάνι όπου η Σινιάνγκ και ο Λι συνάντησαν τον Σουν. Μια μέρα ενώ έπλενε το πρόσωπο του στον ποταμό, του έπεσε η χάλκινη λεκάνη στα νερά. Φώναξε έναν βαρκάρη τότε να ψάξει να τον βρει.

Ο βαρκάρης όμως έπιασε ένα κουτί αντί της λεκάνης.

Ο Λιού Γιουτσούν άνοιξε το κουτί και είδε μέσα να είναι γεμάτο πολύτιμους λίθους. Πλήρωσε τον βαρκάρη καλά και έβαλε το κουτί δίπλα στο μαξιλάρι του. Το βράδυ ονειρεύτηκε μια κοπέλα να περπατάει στον ποταμό. Όταν η κοπέλα πλησίασε, ο Λιού είδε ότι ήταν η Ντου Σινιάνγκ.

Μια μέρα ενώ έπλενε το πρόσωπο του στον ποταμό, του έπεσε η χάλκινη λεκάνη στα νερά.

Η Σινιάνγκ τον χαιρέτισε και του διηγήθηκε τι συνέβη αφότου έφυγαν από την πρωτεύουσα. Στο τέλος είπε στον Λιού, «είναι μεγάλη μου τύχη που είστε τόσο γενναιόδωρος και μας υποστηρίξατε με τα 150 Λιάνγκ ασήμι. Σκεφτόμουνα ότι θα σας ανταπέδιδα το δώρο σας όταν θα είχαμε εγκατασταθεί στο σπίτι μας. Δυστυχώς αυτό δεν συνέβη. Αλλά εγώ δεν ξέχασα την καλοσύνη σας. Το πρωί ζήτησα από τον βαρκάρη να σας παραδώσει ένα κουτί, ένα δωράκι ευγνωμοσύνης. Σας ευχαριστώ πολύ, αντίο για πάντα.»

Ο Λιού ξύπνησε αμέσως μόλις τελείωσε να μιλάει η Σινιάνγκ και κατάλαβε ότι εκείνη είχε πεθάνει.

Τέλος

(1) Στην Δυναστεία Μινγκ (1368-1644) χρειαζόταν μία άδεια ταξιδιού από την τοπική αρχή αν ήθελε κανείς να πάει σε άλλες περιοχές με απόσταση πάνω από 50 χιλιόμετρα αλλιώς θα μπορούσε να θεωρηθεί ως δραπέτης.