Ένα μυστικό μπροστά στα μάτια όλων στο Τσενγκντού και η ιστορία ενός βασιλιά

2021-08-23 10:52:44 ​Εύα Παπαζή

Στο τάφο του Γουάνγκ Τζιεν βρέθηκε και η σφραγίδα από νεφρίτη, που δημιουργήθηκε ειδικά για τον «κάτω κόσμο». (φωτογραφία / CHINA DAILY)

Στο τάφο του Γουάνγκ Τζιεν βρέθηκε και η σφραγίδα από νεφρίτη, που δημιουργήθηκε ειδικά για τον «κάτω κόσμο». (φωτογραφία / CHINA DAILY)

Το σούρουπο σε ένα κεντρικό σημείο της πρωτεύουσας του Σιτσουάν, το Τσενγκντού, όποιος περνάει με το λεωφορείο βλέπει κάτι που συνηθίζεται σε όλη την Κίνα, ηλικιωμένες γυναίκες να χορεύουν σε μια μικρή πλατεία.

Κάποιος ξένος όμως θα εκπλαγεί πιθανώς μαθαίνοντας ότι πίσω από το κόκκινο τείχος που βρίσκεται στην πλατεία αυτή, είναι το μαυσωλείο ενός βασιλιά.

Το Μουσείο Γιονγκλίνγκ που υπάρχει εκεί, στεγάζει αυτό το μαυσωλείο, που «ανήκει» στον Γουάνγκ Τζιεν (847-918), τον ιδρυτή του βασιλείου Σου (907-925) κατά την Περίοδο των Πέντε Δυναστειών και των Δέκα Βασιλείων (907-960).

Πρόκειται για το μοναδικό αρχαίο μαυσωλείο στην Κίνα που έχει χτιστεί πάνω από το έδαφος. Μέσα στο μαυσωλείο, γνωστό και ως ο Τάφος του Γουάνγκ Τζιεν, βρίσκονται τα ανάγλυφα δύο χορευτριών που μαζί με 22 γυναίκες μουσικούς, ήταν τα μέλη της αυτοκρατορικής ορχήστρας του Γουάνγκ καθώς και ένα πέτρινο, καθιστό άγαλμα του ίδιου του Γουάνγκ.

Αυτά είναι τα πιο καλοσυντηρημένα γλυπτά που έχουν βρεθεί στην Κίνα και που ανήκουν στην περίοδο του τέλους της δυναστείας των Τανγκ (618-907), με το άγαλμα του Γουάνγκ να πιστεύεται ότι είναι το μοναδικό άγαλμα που έχει σκαλιστεί με την πραγματική εμφάνιση ενός αυτοκράτορα.

Κάτοικος του Γουγιάνγκ στην επαρχία Χενάν, ο Γουάνγκ έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο τέλος της δυναστείας Τανγκ, όταν το βασιλειό του ήταν αδύναμο και οι φιλόδοξοι πολέμαρχοι βρίσκονταν μονίμως σε μάχη, ανταγωνιζόμενοι για τον έλεγχο της χώρας.

Ο Γουάνγκ αρχικά γεννήθηκε σε μια οικογένεια παρασκευής κέικ. Σε νεαρή ηλικία, έχασε τους γονείς του, οπότε άρχισε να πουλάει παράνομα αλάτι και κατέληξε στην φυλακή. Αργότερα, μπήκε στο στρατό και έγινε μέλος της βασιλικής φρουράς.

Σε μια αναταραχή στην πρωτεύουσα της δυναστείας Τανγκ, Τσανγκάν, το 885 μ.Χ., ο Γουάνγκ συνόδευσε τον αυτοκράτορα στην φυγή του για πάνω από δύο μήνες. Στο περιπετειώδες ταξίδι τους, ο Γουάνγκ κατάφερε, διασχίζοντας δρόμους κατασκευασμένους από σανίδες που φλέγονταν από φωτιές των αντιπάλων, να οδηγήσει τον αυτοκράτορα σε ασφαλείς περιοχές.

Στο τάφο του Γουάνγκ βρέθηκε ένα ανάγλυφο με μια γυναίκα μουσικό να παίζει κονγκχόου (ένα αρχαίο έγχορδο όργανο). (φωτογραφία / CHINA DAILY)

Στο τάφο του Γουάνγκ βρέθηκε ένα ανάγλυφο με μια γυναίκα μουσικό να παίζει κονγκχόου (ένα αρχαίο έγχορδο όργανο). (φωτογραφία / CHINA DAILY)

Ο αυτοκράτορας ήταν τόσο ευγνώμων που άρχισε να αντιμετωπίζει τον Γουάνγκ ως ευνοούμενό του και ο Γουάνγκ σύντομα ανέβηκε στην τάξη του πολέμαρχου.

Όταν ο στρατηγός Τζου Γουέν σκότωσε τον αυτοκράτορα και ανέτρεψε τη δυναστεία των Τανγκ το 907 μ.Χ., η Κίνα χωρίστηκε σε πολλά μικρά κράτη. Υπήρχαν πέντε δυναστείες στο Βορρά και 10 βασίλεια στο νότο.

Μετά από μάταιες προσπάθειες να βρει υποστήριξη από άλλους πολέμαρχους για να στείλει ένοπλες δυνάμεις και να καταστείλει τον Τζου που έφερε την πτώση της αυτοκρατορίας, ο Γουάνγκ ίδρυσε το δικό του βασίλειο, η δικαιοδοσία του οποίου περιελάμβανε την μεγαλύτερη περιοχή του Σιτσουάν, του Τσονγκτσίνγκ, του νότιου τμήματος της επαρχίας Σαανσί καθώς και το δυτικό τμήμα της επαρχίας Χουμπέι.

Κατά τη διάρκεια της 11χρονης βασιλείας του, το βασίλειο με πρωτεύουσα το Τσενγκντού σύμφωνα με τον Σου Σουεσού, ερευνητή του Μουσείου Γιονγκλίλνγκ, ήταν ισχυρό και ευημερούμενο χάρη στην επιμέλεια και την ικανότητα του Γουάνγκ να διορίζει ικανά άτομα,.

Όταν ο Γουάνγκ πέθανε, θάφτηκε στο Τσενγκντού και θεωρείται σήμερα ως ένας από τους τρεις αυτοκράτορες που θάφτηκαν στο Σιτσουάν. Οι αυτοκράτορες ήθελαν να χτίσουν τα μαυσωλεία τους βαθιά μέσα στην γη, αλλά ο Γουάνγκ ήταν εξαίρεση. Γνωρίζοντας ότι το Τσενγκντού έχει πολλά υπόγεια νερά, ο Γουάνγκ έχτισε το μαυσωλείο του πάνω από το έδαφος.

Η τοποθεσία ανακαλύφθηκε το 1940 όταν οι σιδηροδρομικές αρχές έσκαψαν ένα καταφύγιο βοήθειας στη βόρεια πλευρά του τεράστιου αναχώματος στο οποίο βρισκόταν ο τάφος.

"Από το 1938, οι Ιάπωνες εισβολείς άρχισαν να βομβαρδίζουν το Τσενγκντού, σκοτώνοντας και τραυματίζοντας πολλούς ανθρώπους", λέει η Μα Γουενμπίν ερευνήτρια στο Μουσείο Γιονγκλίνγκ.

Λόγω της έλλειψης εξειδικευμένων στις αρχαιολογικές ανασκαφές ατόμων και κεφαλαίων, η ανασκαφή ήταν αδύνατη. Ο Γκε Γουέϊχαν (1899-1977), ιδρυτής της σύγχρονης κινεζικής αρχαιολογίας, ζήτησε τότε από τις σιδηροδρομικές αρχές να σφραγίσουν το εργοτάξιο του καταφυγίου βοήθειας.

Νεφρίτης (δεξιά) στον τάφο του Γουάνγκ Τζιεν. (φωτογραφία / CHINA DAILY)

Νεφρίτης (δεξιά) στον τάφο του Γουάνγκ Τζιεν. (φωτογραφία / CHINA DAILY)

Το φθινόπωρο του 1942, ο Γκε οδήγησε την πρώτη φάση της ανασκαφής του μαυσωλείου χάρη στα χρήματα από το επαρχιακό τμήμα εκπαίδευσης του Σιτσουάν.

Μπαίνοντας στο μαυσωλείο, ο Γκε διαπίστωσε ότι οι αρχαίοι οικοδόμοι χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά μεγάλες πέτρες για να φτιάξουν τον θάλαμο του φέρετρου σε σχήμα αψίδας πάνω από το έδαφος και στη συνέχεια κάλυψαν τον θάλαμο με τόνους λάσπης.

Όταν ο Λιανγκ Σιτσένγκ (1901-72), ένας διάσημος αρχιτέκτονας και ιστορικός της αρχιτεκτονικής, επισκέφθηκε τον πέτρινο θάλαμο στη δεκαετία του 1950, τον θεώρησε ως θαύμα, καθώς δεν είχε στήριξη πυλώνων.

Στα 1.103 χρόνια από τότε που θάφτηκε ο Γουάνγκ, πολλοί σεισμοί, μεταξύ των οποίων και ο σεισμός 8,0 R του Γουεντσουάν το 2008, που σκότωσαν 69.226 άτομα και είχαν ως αποτέλεσμα 17.923 αγνοούμενους, έχουν γίνει στο Σιτσουάν αλλά ο ταφικός θάλαμος συνέχισε να υποστηρίζει τη βαριά λάσπη.

Ακριβώς μέσα από την μπροστινή πύλη του μουσείου, ένα μονοπάτι με πέτρινα αγάλματα βασιλικών υπαλλήλων και ζώων οδηγεί στο μαυσωλείο.

Με ύψος 15 μέτρα και διάμετρο περίπου 80 μέτρα, το εξωτερικό του μαυσωλείου μοιάζει ακόμα με ένα τεράστιο ανάχωμα.

Στο εσωτερικό, υπάρχει ο πέτρινος ταφικός θάλαμος με συνολικό μήκος 23,4 μέτρα, με το μεγαλύτερο μέρος να είναι 6,1 μέτρα και το υψηλότερο 6,4 μέτρα.

Μια τεράστια πέτρινη πλατφόρμα στην οποία τοποθετήθηκε το φέρετρο του Γουάνγκ, βρίσκεται στο κέντρο του θαλάμου.

Όταν ανασκάφηκε το μαυσωλείο, βρέθηκε ότι το φέρετρο είχε σαπίσει. Δεν βρέθηκαν οστά, μόνο κομμάτια ξύλου πάνω στην πλατφόρμα.

Τα ανάγλυφα των χορευτών και των μουσικών βρίσκονται στις πλευρές της πέτρινης εξέδρας. Και οι 22 μουσικοί κάθονται και παίζουν διαφορετικά όργανα, όπως κλάπερ, φλάουτο, κονγκχόου (ένα αρχαίο έγχορδο), ζίθερ, σενγκ (ένα πνευστό όργανο από καλάμι), τύμπανο μέσης, κοχύλι και φύλλο φυσήματος (φύλλο πορτοκαλιού ή καλάμι για την παραγωγή ευχάριστων μουσικών) που ήταν δημοφιλές κατά τη δυναστεία των Τανγκ.

Όλες, χορεύτριες και μουσικοί, είναι ντυμένες με ενδυμασίες Τανγκ.

Ως λάτρης της μουσικής, ο Γουάνγκ δημιούργησε στο παλάτι του την αυτοκρατορική αυλή της δυναστείας των Τανγκ και ίδρυσε τη δική του βασιλική ορχήστρα.

Ένα μονοπάτι με πέτρινα αγάλματα βασιλικών υπαλλήλων και ζώων οδηγεί στο μαυσωλείο του Γουάνγκ Τζιεν (847-918), του ιδρυτή του βασιλείου Σου (907-925). (φωτογραφία / CHINA DAILY)

Ένα μονοπάτι με πέτρινα αγάλματα βασιλικών υπαλλήλων και ζώων οδηγεί στο μαυσωλείο του Γουάνγκ Τζιεν (847-918), του ιδρυτή του βασιλείου Σου (907-925). (φωτογραφία / CHINA DAILY)

Οι ερευνητές πιστεύουν ότι τα ανάγλυφα παρέχουν πολύτιμο υλικό στη μελέτη πολλών θεμάτων, όπως η γλυπτική, η μουσική στην αυτοκρατορική αυλή, η οργάνωση του αυτοκρατορικού συγκροτήματος και η γυναικεία μόδα κατά τη δυναστεία των Τανγκ.

Επτά χρόνια μετά το θάνατό του, ο Γουάνγκ Γιεν, ο 11ος και μικρότερος γιος του Γουάνγκ Τζιεν, ανέβηκε στο θρόνο στα 18 αλλά ήταν πολύ διεφθαρμένος, με το μυαλό του μόνο στις γυναίκες και το κρασί.

Το βασίλειο Σου τελικά ανατράπηκε από το Βασιλείο των τελευταίων Τανγκ (923-936), η πρωτεύουσα του οποίου ήταν το Λουογιάνγκ, στην επαρχία Χενάν.

"Περίπου 20 χρόνια μετά την κατάρρευση του βασιλείου του, το μαυσωλείο έπεσε στα χέρια τυμβωρύχων» σύμφωνα με τον Φενγκ Σια, τον αναπληρωτή επιμελητή του Μουσείου Γιονγκλίνγκ.

Ωστόσο, ανασκάφηκαν περίπου 400 αντικείμενα, από υλικά όπως ασήμι, νεφρίτη, χαλκό, σίδηρο καθώς και πήλινα σκεύη. Πολλά από αυτά εκτίθενται σε ένα σύγχρονο, τριώροφο κτίριο στο βόρειο άκρο του τάφου του Γουάνγκ Τζιεν.

Αντικείμενα από τη σχετικά βραχύβια Περίοδο των Πέντε Δυναστειών και των Δέκα Βασιλείων σπάνια ανακαλύπτονται. Αυτό το γεγονός καθιστά τον θησαυρό που βρέθηκε στο Τσενγκντού σημαντικό για τη μελέτη εκείνης της περιόδου.

Τα πιο πολύτιμα κομμάτια είναι μια σφραγίδα νεφρίτη και μια ζώνη νεφρίτη.

Η σφραγίδα, με διαστάσεις 11,7 έως 10,7 εκατοστά και 3,4 εκατοστά, είναι μία από τις δύο σφραγίδες για τον «κάτω κόσμο» που ανακαλύφθηκαν μέχρι σήμερα σε μαυσωλείο ενός αυτοκράτορα. Η άλλη σφραγίδα βρέθηκε στο μαυσωλείο του αυτοκράτορα Γουανλί της δυναστείας των Μινγκ (1368-1644).

Η σφραγίδα έχει το σώμα του δράκου και το κεφάλι του κουνελιού. Ο δράκος ήταν το σύμβολο του αυτοκράτορα στην αρχαία Κίνα, ενώ ο Γουάνγκ Τζιεν γεννήθηκε το έτος του κουνελιού σύμφωνα με τον κινεζικό ζωδιακό κύκλο.

Φτιαγμένη από επτά κομμάτια νεφρίτη, η ζώνη ήταν η αγαπημένη του Γουάνγκ Τζιεν.

Ο θρύλος λέει ότι, τρία χρόνια πριν από το θάνατο του Γουάνγκ Τζιεν, μια φωτιά κατέστρεψε το παλάτι του. Την επόμενη μέρα, το μόνο πράγμα που βρήκε ο Γουάνγκ μέσα στη στάχτη ήταν ένα μεγάλο κομμάτι νεφρίτη ασύγκριτα υψηλής ποιότητας.

Καθώς πίστευε ότι ο νεφρίτης καίγεται εύκολα, ο Γουάνγκ, ο οποίος ήταν πολύ προληπτικός, πίστεψε ότι το κομμάτι αυτό πρέπει να του είχε προσφερθεί ως δώρο από τον ουρανό. Έβαλε λοιπόν τους τεχνίτες να του φτιάξουν μια ζώνη από αυτόν τον νεφρίτη και την φορούσε κάθε μέρα.

Από τεχνική άποψη, εκατοντάδες χρόνια μετά, ο Γουάνγκ Τζιεν εξακολουθεί να φορά την ζώνη του - είναι σκαλισμένη γύρω από την μέση του στο πέτρινο ομοίωμά του μέσα στον ταφικό θάλαμο.

Leaderboard

Κοινοποιήστε

Σχετικά νέα