Κινεζικοί Λαϊκοί Μύθοι (42) – βυθισμένο σεντούκι γεμάτο θησαυρούς (6ο μέρος)

2016-12-09 16:45:24     Caoxiuyuan

Όπως αναφέραμε προηγουμένως, πέρα από τις οικονομικές δυσκολίες και την σκληρή αντίθεση του πατέρα του Λι Τζιά, ο Λι τελικά κατάφερε να απελευθερώσει την πανέμορφη πόρνη Σινιάνγκ από τον οίκο ανοχής και το ζευγάρι έφυγε από την πρωτεύουσα προς την πατρίδα του Λι με πλοίο, σχεδιάζοντας να παραμείνει πρώτα η Σινιάνγκ στις πόλεις Χανγκτζόου ή Σουτζόου και να γυρίσει σπίτι ο Λι για να πείσει τον πατέρα του να δεχτεί τον γάμο τους.

Ένα βράδυ το ζευγάρι βρισκόταν στον ποταμό μέσα σε ένα ιδιωτικό πλοιάριο για να φτάσει στον προορισμό του. Υπό το σεληνόφως η Σινιάνγκ άρχισε να τραγουδά με την ουράνια φωνή της. Εκείνη την στιγμή ένας νεαρός σε ένα άλλο πλοίο μόνος του έπινε κρασί. Ξαφνικά άκουσε το υπέροχο τραγούδι σαν μια μουσική από τον ουρανό. Σηκώθηκε, βγήκε έξω στην πλώρη και στάθηκε ακούγοντας την με όλη την καρδιά του.

Ο νεαρός έστειλε τον υπηρέτη του να μάθει για την τραγουδίστρια από τον βαρκάρη της κοντινής βάρκας.

Όταν ανακάλυψε ότι η φωνή προερχόταν από μια κοντινή βάρκα, θέλησε να την επισκεφθεί αλλά δυστυχώς εκείνη την στιγμή το τραγούδι τελείωσε. Ο νεαρός έστειλε τον υπηρέτη του να μάθει για την τραγουδίστρια από τον βαρκάρη της κοντινής βάρκας. Ο υπηρέτης το πρωί απάντησε στον νεαρό ότι ο βαρκάρης ήξερε μόνο ότι ο Λι νοίκιασε την βάρκα του αλλά δεν ήξερε ποια ήτανε η τραγουδίστρια.

Αυτός ο νεαρός ονομαζόταν Σουν Φου, και ήταν γιος μιας οικογένειας που έκανε εμπόριο αλατιού για πολλές γενιές. Εκείνη την εποχή ένας έμπορος αλατιού που ήταν εγκεκριμένος από την αυτοκρατορία σημαίνει ότι ήταν πλουσιότατος. Ο Σουν ήτανε μόνο 20 χρονών και με αμέτρητα χρήματα, σύχναζε στα πολυτελή πορνεία. Όταν ο υπηρέτης του ανέφερε ότι δεν βρήκε ποια ήταν η τραγουδίστρια, ο Σουν σκέφτηκε ότι, «σίγουρα είναι από τον ψυχαγωγικό χώρο. Πώς μπορώ να την συναντήσω;» Σχεδιάζοντας πώς θα τα καταφέρει δεν μπόρεσε να πέσει για ύπνο την υπόλοιπη νύχτα.

Ο Σουν είπε στον καπετάνιο του να πάει το πλοίο κοντά στην βάρκα του Λι.

Τυχαία πριν την αυγή, άρχισε ξαφνικά να φυσά πολύ στον ποταμό και νωρίς το πρωί άρχισε να χιονίζει δυνατά. Λόγω της χιονοθύελλας όλα τα πλοία και οι βάρκες παγιδεύτηκαν στο λιμάνι. Ο Σουν είπε στον καπετάνιο του να πάει το πλοίο κοντά στην βάρκα του Λι. Ο Σουν φορώντας πολυτελή γούνα άνοιξε το παράθυρο και προσποιήθηκε ότι απολαμβάνει το χιόνι. Συμπτωματικά η Σινιάνγκ στην διπλανή βάρκα μόλις είχε πλυθεί, και άνοιξε την κουρτίνα για να πετάξει τα νερά στον ποταμό. Το πρόσωπο της εμφανίστηκε για λίγο αλλά αρκετά για να την δει καθαρά ο Σουν.

Ο Σουν έμεινε έκπληκτος από την ομορφιά της Σινιάνγκ και περίμενε να την ξαναδεί αλλά η Σινιάνγκ δεν εμφανίστηκε πια. Σκέφτηκε λίγα λεπτά και τότε του ήρθε μια ιδέα.

Στο παράθυρο κοντά διάβασε δυνατά δύο στίχους ενός γνωστού ποιήματος, που σημαίνει κυριολεκτικά ότι, (τα άνθη δαμασκηνιάς) στο χιόνι απλώνονται πάνω στα βουνά σαν ευγενής ερημίτης, (τα άνθη δαμασκηνιάς) στο σεληνόφως έρχονται από το δάσος σαν μια πανέμορφη κοπέλα.

Ο Λι στην βάρκα όταν άκουσε κάποιον να απαγγέλει ποίημα, βγήκε από την καμπίνα να δει ποιος είναι.

Ο Λι στην βάρκα όταν άκουσε κάποιον να απαγγέλει ποίημα, βγήκε από την καμπίνα να δει ποιος είναι. Έτσι δούλεψε το στρατήγημα του Σουν και ο Λι έπεσε στην παγίδα του Σουν.

Ο Σουν αμέσως τον χαιρέτισε και οι δύο άρχισαν να κουβεντιάζουν. Συζήτησαν την ζωή και τα νέα από την Αυτοκρατορική Σχολή, την οποία αναφέραμε στην αρχή του μύθου αυτού λέγοντας ότι ο αυτοκράτορας εκείνης της περιόδου είχε πει ότι αν κάποιος συνείσφερε πολλών τόνων δημητριακά στην χώρα θα μπορούσε να μπει στην Αυτοκρατορική Σχολή χωρίς εξετάσεις. Με τον αμέτρητο χρυσό της οικογένειας, ο Σουν μπήκε άνετα στην Αυτοκρατορική Σχολή. Και ο Λι επειδή ήτανε γιος ενός από τους υψηλότερους αξιωματούχους της αυτοκρατορίας μπορούσε να μπει στην Αυτοκρατορική Σχολή.

Με την κουβέντα ο Σουν και ο Λι έγιναν όλο και πιο γνώριμοι σαν παλιοί φίλοι. Τότε ο Σουν είπε, «βαριέμαι τις μέρες στο πλοίο. Είναι τύχη που χιονίζει και σας συνάντησα. Θα ήθελα να σας καλέσω να κατεβούμε στην ακτή να πιούμε κρασί. Θα ήθελα να μάθω περισσότερα για τις εξετάσεις και τα μαθήματα. Μην αρνηθείτε σας παρακαλώ.» Φώναξε τους υπηρέτες στο πλοίο να καλωσορίσουν τον Λι από την βάρκα και σε λίγο οι δύο νεαροί κατέβηκαν στην ακτή και πήγαν σε μια κοντινή ταβέρνα.

 Φώναξε τους υπηρέτες στο πλοίο να καλωσορίσουν τον Λι από την βάρκα.

Ο Σουν και ο Λι στην ταβέρνα διάλεξαν ένα τραπέζι κάτω από το παράθυρο και οι δύο τους άρχισαν να απολαμβάνουν το θέαμα του χιονιού πίνοντας κρασί. Αρχικά μίλησαν για τα συνηθισμένα θέματα αλλά σιγά σιγά άρχισαν να μιλούν για τις πόρνες στην πρωτεύουσα και τα πορνεία. Και οι δύο σύχναζαν σε αυτά. Έτσι ο Σουν και ο Λι έγιναν σχεδόν σαν καλοί παλιοί φίλοι, όπως σχεδίαζε ο Σουν.

Ο Σουν βρήκε τότε την ευκαιρία και ρώτησε τον Λι «ποια είναι εκείνη που τραγούδησε χθες το βράδυ στο πλοίο σου;»

Ο Λι του απάντησε ειλικρινά, «είναι η γνωστή Σινιάνγκ από την πρωτεύουσα.»

Έκπληκτος τότε ο Σουν ρώτησε «αφού είναι κοπέλα από το πορνείο, πώς γίνεται τώρα να είναι δική σου;»

Ο Λι τότε εξήγησε λεπτομερώς πώς συνάντησε την Σινιάνγκ, πώς ερωτεύτηκαν οι δύο τους, πώς η Σινιάνγκ ήθελε να τον παντρευτεί και πώς δανείστηκε ασήμι για να την απελευθερώσει.

«Σίγουρα είναι τύχη που μπορείς να επιστρέψεις με μια τόσο όμορφη κοπέλα. Αλλά η οικογένειά σου μπορεί να το δεχτεί αυτό;»

 Αρχικά μίλησαν για τα συνηθισμένα θέματα αλλά σιγά σιγά άρχισαν να μιλούν για τις πόρνες στην πρωτεύουσα και τα πορνεία.

Ο Λι αναστέναξε, «δυστυχώς ο πατέρας μου δεν θα την θέλει και ανησυχώ πολύ για αυτό.»

«Αφού ο πατέρας σου δεν θα αντέξει να την δει, τι θα την κάνεις; Έχεις αναφέρει την κατάσταση στην κοπέλα;»

Ο Λι συνοφρυώθηκε, «έχω συζητήσει μαζί της. Θέλει να παραμείνει για λίγο καιρό στην Σουτζόου ή στην Χανγκτζόου. Εγώ θα γυρίσω πρώτος και θα ζητήσω από τους φίλους και συγγενείς να αλλάξουν την γνώμη στον πατέρα μου. Όταν ο πατέρας μου συμφωνήσει, θα την φέρω στο σπίτι. Εσύ τι νομίζεις για αυτό το σχέδιο;»

Ο Σουν τότε παρέμεινε σιωπηλός για λίγα λεπτά και προσποιήθηκε ότι ανησυχεί. Αργότερα είπε, «μόλις συναντηθήκαμε. Αν σου πω τι σκέφτομαι ειλικρινά, ανησυχώ μήπως και θυμώσεις.»

Ο Λι είπε, «επιθυμώ να με καθοδηγήσεις, μην διστάσεις φίλε μου.»

Τι συμβουλή θα δώσει ο Σουν στον Λι; Θα είναι καλή ή κακόβουλη; Θα μιλήσουμε για αυτήν την επόμενη φορά.